Λεπτομέρεια έργου από την έκθεση της Λίλας Μπελιβανάκη στον Εικαστικό Κύκλο Sianti,. Έως 30/4

Για ποια αποικιοκρατία μιλάμε;

Στη συζήτηση που άνοιξε o Γιάννης Χαμηλάκης, βάζουμε τον Κορνήλιο Καστοριάδη με ένα σημαντικό κριτήριο.

Διαβάζω με προσοχή τη συνέντευξη του αρχαιολόγου Γιάννη Χαμηλάκη στη Βασιλική Τζεβελέκου (αναδημοσιευμένη από το The Art Newspaper Greece μπορείτε να τη βρείτε εδώ) . Ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μπράουν των ΗΠΑ υποστηρίζει ότι τα μουσεία, αλλά κι αυτή ακόμη η επιστήμη της αρχαιολογίας, οφείλουν να αναθεωρήσουν το ρόλο και την υπόστασή τους, παίρνοντας ως παράδειγμα το Black Lives Matter, τα κινήματα των ιθαγενών ανά τον κόσμο (ακόμα και στην Ευρώπη) και το φεμινιστικό κίνημα. Πριν το ξέσπασμα της παγκόσμιας πανδημίας και του πολέμου στην Ουκρανία, το κίνημα του BLM σάρωσε τις κεντρικές επιλογές στα μουσεία που συντονίστηκαν με τις κινητοποιήσεις του κόσμου και την αποκαθήλωση αγαλμάτων – συμβόλων (στο ίδιο πνεύμα, θυμόμαστε, την περσινή έκθεση «Ubuntu» στο ΕΜΣΤ με έργα Αφρικανών καλλιτεχνών και καλλιτεχνών της αφρικανικής διασποράς από τη συλλογή Δαυίδ).

Σύμφωνα με τον Χαμηλάκη, αυτή η στροφή των τελευταίων χρόνων οφείλει να προσλάβει χαρακτηριστικά κινήματος (μιλά για κίνημα της από – αποικιοποίησης), επισημαίνοντας ότι το ζήτημα είναι πλέον υπαρξιακό. Συγκεκριμένα εξηγεί: πρόκειται για «κίνημα που εδράζεται στην πεποίθηση πως η ευρωπαϊκή αποικιοκρατία δεν είναι παρελθόν αλλά ένα συνεχές παρόν, ένα φαινόμενο του οποίου οι συνέπειες καθορίζουν ακόμα και σήμερα τις ζωές μας αλλά και την τύχη του πλανήτη γενικότερα».

Θα ήταν αδύνατο να επιχειρήσουμε τη συζήτηση ενός τόσο μεγάλου θέματος στις γραμμές ενός σημειώματος, θα ήθελα όμως να εφιστήσω την προσοχή του αναγνώστη στον Κορνήλιο Καστοριάδη, αναμφίβολα έναν στοχαστή ευρύτατης αποδοχής. «Οι Άραβες, γράφει, καταγγέλλουν συνεχώς ότι για όλα τα κακά που τους ταλαιπωρούν εξαθλίωση, έλλειψη δημοκρατίας, διακοπή της εξέλιξης του πολιτισμού τους κ.λπ. ευθύνεται η αποικιοκρατία την οποία υπέστησαν από τους Ευρωπαίους. Ωστόσο, η αποικιοκρατία σε αρκετές αραβικές χώρες διήρκεσε στη χειρότερη περίπτωση 130 χρόνια (αυτό συνέβη στην Αλγερία, 1830-1962). Όμως οι ίδιοι αυτοί Άραβες, πριν από την αποικιοκρατία των Ευρωπαίων, είχαν υποστεί για 5 αιώνες το ζυγό των Τούρκων. H τουρκική κυριαρχία στην εγγύς και τη Μέση Ανατολή αρχίζει τον 15ο αιώνα και τελειώνει το 1918. Αλλά οι Άραβες και οι Τούρκοι κατακτητές τους, που ήταν ομόθρησκοί μουσουλμάνοι, δεν μιλούν ποτέ για την κυριαρχία αυτή. Πάντως, η εξέλιξη της αραβικής κουλτούρας σταμάτησε το 11ο με 12ο αιώνα, δηλαδή οκτώ αιώνες πριν καν να μπορεί να γίνει λόγος για την κατακτητική επέκταση της Δύσης. Εξάλλου και αυτή η ίδια η αραβική κουλτούρα βασίστηκε στις κατακτήσεις, την εξόντωση και τη λίγο έως πολύ βίαια επιβολή της ισλαμικής θρησκείας στους κατακτημένους πληθυσμούς. Στην Αίγυπτο το 550 μ.X. δεν υπήρχαν Άραβες, όπως δεν υπήρχαν Άραβες, τότε, στη Λιβύη, στην Αλγερία, στο Μαρόκο, στο Ιράκ. Οι Άραβες που βρίσκονται τώρα εκεί είναι απόγονοι των κατακτητών που κυρίευσαν αυτές τις χώρες και που επέβαλαν, με ή χωρίς βία, στους τοπικούς πληθυσμούς τη δική τους θρησκεία. Δεν βλέπω όμως να γίνεται καμία κριτική αυτών των γεγονότων μέσα στο χώρο του αραβικού κόσμου.

»Κατά τον ίδιο τρόπο μιλάμε, βεβαίως, για το δουλεμπόριο των Μαύρων από τους Ευρωπαίους (16ος αιώνας και εντεύθεν), αλλά δεν μιλάμε ποτέ για το γεγονός ότι το δουλεμπόριο και η συστηματική υποδούλωση των Μαύρων στην Αφρική τα εγκαινίασαν Άραβες έμποροι (11ος-12ος αιώνας και εντεύθεν), με τη συνενοχή-συμμετοχή, όπως πάντα, βασιλιάδων και φυλάρχων. Επίσης, δεν μιλάμε για το γεγονός ότι η δουλεία δεν καταργήθηκε αυθόρμητα σε καμία ισλαμική χώρα και ότι σε κάποιες από αυτές η δουλεία ισχύει ακόμη και σήμερα.

»Δεν θέλω να πω με κανέναν τρόπο ότι όλα αυτά απαλείφουν τα εγκλήματα που διέπραξαν οι Δυτικοί. Λέω μόνον ότι η ιδιαιτερότητα του δυτικού πολιτισμού έγκειται ακριβώς στην ικανότητά του για αυτο-αμφισβήτηση και αυτοκριτική. Στην ιστορία της Δύσης, όπως και σε όλες τις άλλες ιστορίες, υπάρχουν θηριωδίες και φρικαλεότητες. Αλλά, όμως, μόνον η Δύση δημιούργησε την ικανότητα για εσωτερική αμφισβήτηση των ίδιων των θεσμών και των ιδεών της εν ονόματι της λογικής συζήτησης μεταξύ των ανθρώπων, η οποία παραμένει ανοιχτή στο διηνεκές και δεν αναγνωρίζει έσχατο δόγμα (H άνοδος της ασημαντότητας, μετάφραση Κώστα Κουρεμένου, Αθήνα 2000).»

Αμφιπρόσωπος κάνθαρος των αρχών του 5ου αι. π.Χ. από την Άκανθο. Η γυναικεία μορφή έχει ερμηνευτεί ως εταίρα και ο Αφρικανός ως δούλος

Πιο σημαντική, ίσως, κι από την αναγκαία ιστορική αναδρομή είναι η τελευταία παρατήρηση του Καστοριάδη που μας επισημαίνει ότι η δυτική κουλτούρα σημαίνει διατύπωση θέσης, κατάφαση, θέσμιση και, τουλάχιστον στον ίδιο βαθμό, κριτική, αμφισβήτηση, άρνηση. Τα σημερινά κινήματα που επικαλείται ο Χαμηλάκης κάνουν όλους μας να παραδεχθούμε ότι ο δυτικός είναι περισσότερο ακέραιος την ώρα της Ρήξης παρά την ώρα της Σύστασης.

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τούτες οι παρατηρήσεις του καθηγητή: «Για να σταματήσουν τα μουσεία να αποτελούν είτε ναούς που εμπνέουν δέος για χρυσούς αιώνες και προγονικά κλέη είτε σχολεία που ειδικεύονται στην ενσώματη, εθνική παιδαγωγία είτε χώρους παραγωγής και αναπαραγωγής συμβολικού κεφαλαίου, θα πρέπει να αναμετρηθούν με την κληρονομιά τους». Κι έχει δίκιο. Συχνά, δίνεται η εντύπωση ότι οι πολιτικές ηγεσίες θα ήθελαν να ξεχαστεί ο πολιτισμός ως ζωτική δύναμη παρέμβασης και διαμόρφωσης πραγμάτων, και να μείνει μόνο ως τουριστικό αγαθό. Κατεξοχήν το ζητούμενο για τους «διαχειριστές» του πολιτιστικού πλούτου είναι: μια χώρα με τον πολιτισμό της μέσα στα μουσεία, ένας πολιτισμός-μνημείο, ένας πολιτισμός-ερείπιο, κατάλληλος μόνο για τουρίστες, χωρίς φωνή, χωρίς κινήσεις ζωής.

Και συνεχίζει ο Χαμηλάκης: «Θα πρέπει (ενν. τα μουσεία) να τολμήσουν να αμφισβητήσουν τους εθνικούς μύθους και τις φυλετικές και πολιτισμικές ιεραρχήσεις, να αναδείξουν άλλα παρελθόντα αλλά και παρόντα, να επικοινωνήσουν με τα παγκόσμια κινήματα, σαν αυτά που αναφέραμε παραπάνω». Οι εθνικοί μύθοι βεβαίως δεν είναι αθώοι. Κι έχει νόημα να φέρνουμε το παρελθόν στο σήμερα. Άλλωστε, δεν μπορούμε να δούμε τον Ερμή του Πραξιτέλη με τα μάτια που τόβλεπε ο αρχαίος, διότι τον βλέπουμε με τα μάτια της Αναγέννησης και τόσων άλλων. Θυμάμαι πως αποδιδόταν στον Πικάσο η φράση «Α, δεν έχουμε κάνει ούτε βήμα από την Αλταμίρα!» Στην πραγματικότητα έχουμε κάνει πολλά και μεγάλα βήματα, τόσα ώστε να βλέπουμε τις σπηλαιογραφίες της Αλταμίρα σαν σύγχρονές μας. Τα μάτια τα δικά μας, έχοντας δει Αναγέννηση, Γκρέκο, Σεζάν δεν είναι αθώα.

Τι σημαίνει, όμως, να φέρνουμε άλλα παρελθόντα; Η τέχνη ανά τους αιώνες είναι το μόνο στοιχείο του ανθρώπου που μπορεί να πει: ούτε ορίζω, ούτε επιβάλλω. Η αληθινή τέχνη εκ-φράζει, αλλά δεν κατασκευάζει. Δεν γίνεται ποτέ ιδεολογία. Αλλιώς, γίνεται στρατευμένη. Γι αυτό και μπορεί να θαυμάζεις μια προϊστορική τοιχογραφία και μια βυζαντινή αλλά και την Γκουέρνικα. Κανείς περιορισμός, καμιά απαγόρευση δεν τίθεται από το έργο τέχνης. Εσύ ορίζεις τι σου αρέσει, χωρίς να μπορείς να εξηγήσεις γιατί σου συμβαίνει.

Το πιο επικίνδυνο, όμως, πέρα από την ταυτότητα και τον προσανατολισμό των μουσείων, είναι αυτό στο οποίο καταλήγει ο καθηγητής: «η συζήτηση όχι μόνο για τον κοινωνικό και πολιτικό ρόλο της αλλά και για την εκ βάθρων επαναθεμελίωση της αρχαιολογίας, έχει ανοίξει για τα καλά εδώ και καιρό, συζήτηση που έχει ενταθεί τα τελευταία δύο χρόνια με το κίνημα της αποαποικιοποίησης». Το ζήτημα της «επαναθεμελίωσης» της αρχαιολογίας, αν δεν εκφράζεται με όρους πολιτικής ορθότητας, προϋποθέτει χαρακίρι. Ήδη, κάποια πανεπιστήμια των ΗΠΑ αναθεωρούν το πρόγραμμα σπουδών τους, βγάζοντας τον Όμηρο ως «επιταγή» της κουλτούρας των λευκών. Όχι στο μακρινό παρελθόν, είδαμε ότι ο πόθος για ένα λαμπρό παρελθόν στους πάντες έφερε τη «Μαύρη Αθηνά» του Μάρτιν Μπέρναλ. Θέλει, λοιπόν, μεγάλη προσοχή για να μη γίνει η απόγνωση «επιστημονική κατάκτηση».

 

 

 

TAGS