Με τα έργα της να εκτίθενται αυτή την περίοδο στην Gherdeina Biennial και τη Μπιενάλε της Βαρσοβίας, η εικαστικός Κυριακή Γονή έχει τραβήξει την προσοχή κοινού και κριτικών.
Γενικότερα, το έργο της εστιάζει στις σχέσεις και τις αλληλεπιδράσεις τεχνολογίας και κοινωνίας. Οι πολυμεσικές της εγκαταστάσεις θίγουν ζητήματα όπως η δύναμη της πληροφορίας, τα δίκτυα, η πρόσληψη και η κατασκευή του ψηφιακού εαυτού, η μνήμη, η λήθη, η σχέση μηχανής και ανθρώπου, το περιβάλλον.
Ποιες είναι οι βασικές αρχές της εικαστικής σου πρακτικής;
Θα έλεγα ότι δεν υπάρχουν κάποιες βασικές αρχές, οι οποίες χαρακτηρίζουν την πρακτική μου. Η δουλειά μου εξελίσσεται μέσα από έρευνα σε θεματικές στις οποίες επιστρέφω εμμονικά σχεδόν, όπως η τεχνολογία και επίδρασή της στις πολιτικές, κλιματικές, οικονομικές συνθήκες, οι οντότητες πέρα από το ανθρώπινο, οι υποδομές, η ψηφιακή μνήμη. Οι προηγούμενες σπουδές μου στην ανθρωπολογία πιθανόν να τροφοδότησαν κάπως αυτή την τάση προς την έρευνα. Πολλές φορές επιδιώκω μια συνδιαλλαγή με ερευνητές από πεδία που σχετίζονται με τις θεματικές που με ενδιαφέρουν. Πέρα από την έρευνα, η βιωμένη εμπειρία τροφοδοτεί και συνδιαμορφώνει αυτό που ακολουθεί. Λέγοντας βιωμένη εμπειρία, εννοώ την εμπειρία του εδώ και τώρα. Αυτή την εμπειρία συχνά τη συνδέω με ένα μακρινό γεωλογικό παρελθόν ή με ένα κοντινό δυνητικό μέλλον.
Η έρευνα λοιπόν, η οποία συντελείται με τρόπο χαοτικό και σε βάθος χρόνου, μπολιάζεται στη συνέχεια με στοιχεία πλασματικά- η συγγραφή εδώ παίζει κεντρικό ρόλο. Τα κείμενα που γράφω, κάποιες φορές κατέχουν πολύ κεντρικό ρόλο στις πολυεπίπεδες αφηγήσεις, που εντέλει δημιουργούνται. Αυτές οι αφηγήσεις αναπτύσσονται χωρικά με τη μορφή πολυμεσικών εγκαταστάσεων. Τα μέσα, μου δεν τα προαποφασίζω, κάπως με οδηγεί το ίδιο το έργο, η ιστορία που θέλω να πω με οδηγεί στην επιλογή των μέσων. Κάθε φορά όμως γίνεται σχεδόν ασυναίσθητα μια σύνθεση πιο “παραδοσιακών” μορφών τέχνης, όπως το σχέδιο για παράδειγμα, με ψηφιακά εργαλεία όπως αλγορίθμους, πρωτόκολλα κτλ. Για παράδειγμα, στο έργο Δίκτυα Εμπιστοσύνης (2019), που εγκαινιάστηκε ως ατομική έκθεση στην Κοπεγχάγη στις 6 Μαΐου, υπάρχει μια ιστορία που συνδέει μεταξύ τους την Αιγηίδα, το απολίθωμα του τελευταίου νάνου ελέφαντα της Τήλου, τον θησαυρό της Κέρου και ένα σύγχρονο πρωτόκολλο διαμοιρασμού αρχείων που τρέχει σε πέντε κόμβους. Σε αυτούς τους κόμβους καλώ το κοινό να ανεβάσει τις προσωπικές πλασματικές ιστορίες του για τα δυνητικά μέλλοντα στην περιοχή στην οποία ζει. Δίκτυα του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος.
Από πού αντλείς έμπνευση;
Από το τώρα, είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα περίοδος αυτή που ζούμε. Εμπνέομαι από την ίδια μου την εμπειρία μου ως γυναίκα, ως πολίτης του διαδικτύου, του ευρωπαϊκού νότου, της περιφέρειας, της Ελλάδας, της γενέτειράς μου της Αθήνας, με ότι αυτό συνεπάγεται. Η επιλογή μου να παραμείνω και να δραστηριοποιούμαι στην Αθήνα ήταν πολύ συνειδητή. Με ενδιαφέρει να προσλαμβάνω αυτές τις εμπειρίες βρισκόμενη εδώ και να τις μετουσιώσω σε κάτι, που μπορώ να μοιραστώ με τους άλλους εδώ και αλλού.
Με εμπνέει το μέλλον και τα τεχνολογικά εργαλεία, αλλά και το παρελθόν, στα έργα μου συχνά θα παρατηρήσει κανείς μια διαλεκτική μεταξύ τους. Εν δυνάμει όλα είναι πηγή έμπνευσης. Γι’ αυτό κάνω συνεχώς σημειώσεις, παρακολουθώ την επικαιρότητα, συλλέγω εικόνες, λέξεις, ήχους. Είμαι εκ γενετής πολύ περίεργη για τα πράγματα γύρω μου, όπως ένα παιδί που διαρκώς περιεργάζεται τα πάντα, κοιτά σε βάθος και προσπαθεί να μάθει πως να περιηγείται στο χώρο.

Κυριακή Γονή: “The mountain- island shall mourn us eternally” (data garden dolomites), 2022, (still image)
Με τι καταπιάνεσαι αυτή την περίοδο;
Τώρα βρίσκομαι στην αναγκαία περίοδο αναδίπλωσης στο στούντιο, με πειραματισμούς και αναζητήσεις για επόμενα έργα, μετά την ολοκλήρωση δύο αναθέσεων για τη Μπιενάλε Gherdeina στους Δολομίτες και τη Μπιενάλε της Βαρσοβίας. Στο ερευνητικό μου ταξίδι στους Δολομίτες μιλώντας με έναν παλαιοντολόγο και ένα βοτανολόγο έμαθα για την αργή μετακίνηση κάποιων φυτών προς τις κορυφές των βουνών, προκειμένου να αποφύγουν τις αυξανόμενες θερμοκρασίες. Όταν φτάσουν στην κορυφή θα επέλθει η εξαφάνιση (extinction). Χωρίς να γίνεται ξεκάθαρη αναφορά σε αυτό, η σύνδεση με τους κλιματικούς μετανάστες, είναι αναπόφευκτη. Στο έργο αυτό λοιπόν εστιάζω ακριβώς σε αυτή τη μεταναστευτική κίνηση των ειδών λόγω της κλιματικής κρίσης.
Το The Future Light Cone, στην Βαρσοβία, ξεδιπλώνεται στις εξής θεματικές: γλώσσα, τοπίο ή κόσμος, και πως ο εξορυκτικός καπιταλισμός τα προσλαμβάνει, και η ιστορική σύνδεση της τεχνολογίας, της εξόρυξης και της εκμετάλλευσης. Μέσα σε αυτό μπαίνει η συζήτηση για μια πατριαρχική πρακτική εξόρυξης, και η ερώτηση αν μια φεμινιστική ματιά μπορεί να προσφέρει τη βάση για μια νέα επιστημονική προσέγγιση. Το κεντρικό μέρος του έργου είναι έξι μεγάλα ταπισερί (tapestries), έξι τοπία του Άρη, έτσι όπως τα έχει καταγράψει το Perseverance Rover, που προσγειώθηκε στην επιφάνεια του πλανήτη τον Φεβρουάριο του 2021. Στα ταπισερί ενώνονται αφηγηματικά οι άξονες που προανέφερα. Την εγκατάσταση συμπληρώνουν ένα βίντεο, ο ήχος του αέρα πάνω στον Άρη, μια σειρά από δώδεκα μικρά ζωγραφικά έργα και το βαρύτερο και πιο πυκνό υλικό σε μορφή ενός μικρού κύβου.
Μετά το πέρασμα της πανδημίας, τι έμεινε; Πώς επηρέασε αυτή η κρίση τη δουλειά σου;
Νομίζω ότι η πανδημία δεν έχει περάσει ακριβώς, και ίσως είναι λίγο δύσκολο να κάνουμε μια αποτίμηση. Η κρίση αυτή επηρέασε τη δουλειά μου σε δύο επίπεδα. Πρακτικά καταρχήν, μια και η πρώτη μου ατομική έκθεση στη γενέτειρα Αθήνα, αφού αναβλήθηκε μια φορά, παρουσιάστηκε για πολύ λίγο μεταξύ lock-downs το Σεπτέμβριο του 2020. Ελάχιστοι ήταν αυτοί που επισκέφθηκαν τον Κήπο Δεδομένων, οπότε για μένα έμεινε κάτι μετέωρο ως προς την παρουσίαση του έργου αυτού στην Αθήνα. Το τρομερό ήταν ότι το έργο, που το δούλευα από το 2018, είχε σχεδόν μια προφητική διάσταση σε σχέση με την πανδημία, την κλιματική κρίση, την ανάγκη να επαναπροσδιορίσουμε τις συνθήκες μας. Η πρακτική δυσκολία στη μετακίνηση επηρέασε και ένα residency που είχα με την Ars Electronica και την Art Collection Telekom. Τελικά με την καλή συνεργασία έγινε εφικτό να ολοκληρωθεί εξ αποστάσεως το Not allowed for algorithmic audiences, που αποκτήθηκε κατόπιν από την Art Collection Telekom. Τώρα το έργο παρουσιάζεται ως ατομική έκθεση στο Βερολίνο. Η επιτόπια έρευνα μου στη Σαγκάη για τη δημιουργία ενός νέου έργου για τη Μπιενάλε, είχε την ίδια τύχη. Όμως και σε αυτή την περίπτωση η καλή συνεργασία είχε αποτέλεσμα και το έργο παρουσιάστηκε εκεί κανονικά, έστω και αν εγώ δεν πήγα.
Αναφέρομαι στα αυτά ως πρακτικά εμπόδια στη δουλειά, αλλά για να είμαι ειλικρινής δεν με ένοιαξε καθόλου. Ήταν και είναι τόσο μεγάλο και απόλυτο αυτό που συνέβη σε παγκόσμιο επίπεδο, που σε κάνει κάπως να αντιλαμβάνεσαι τη θέση σου στον πλανήτη. Από την άλλη αυτή την κρίση προσπάθησα, σε προσωπικό επίπεδο και όχι πάντα επιτυχημένα, να τη διαχειριστώ και να τη φιλτράρω και μέσα από τη δουλειά. Κάπως έτσι μεταξύ άλλων, βγήκαν δύο μικρότερα έργα, το βίντεο The Portal or Let’s stand still for the whales, και τη συλλογή 24 μικρών έργων με τίτλο Τα Χέρια μας/Our Hands. Γενικά η δουλειά ως ένα βαθμό μου πρόσφερε έναν ρυθμό, απολύτως απαραίτητο μέσα σε αυτή την τραγική περίοδο που διένυσε ο πλανήτης.

«Networks of Trust upon the Ocean. The Flag». (digital print) © Kyriaki Goni
Ποια η στάση σου ως εικαστικός στην τρέχουσα διεθνή κατάσταση;
Η τρέχουσα διεθνής κατάσταση είναι πολυεπίπεδη και περίπλοκη. Καταρχήν ο τραγικός πόλεμος στην Ευρώπη, ο οποίος έχει κλείσει σχεδόν τρεις μήνες πλέον, ενώ παράλληλα μαίνονται πόλεμοι και συρράξεις σε άλλα μέρη του πλανήτη χρόνια τώρα. Η πανδημία, η ενεργειακή κρίση, η κλιματική κρίση, η οικονομική κρίση, η πόλωση και το έδαφος που αφήνει για ακραίες λαϊκίστικες πολιτικές. Απέναντι σε αυτή την περίπλοκη κατάσταση στέκομαι καταρχήν ως πολίτης και ως γυναίκα, η στάση μου ως εικαστικός έπεται. Θεωρώ, ότι η τέχνη μπορεί και πρέπει να είναι ένας χώρος επεξεργασίας, στοχασμού και ακολούθως αναδιατύπωσης και αναδιαμόρφωσης της πραγματικότητας και του μέλλοντος, αλλά δεν θεωρώ ότι ένας εικαστικός πρέπει απαραίτητα να παράγει έργο αυτόματα ως ανταπόκριση σε μια κρίση. Κάποιες φορές αυτό είναι εφικτό από την πλευρά του εικαστικού και ευπρόσδεκτο από την πλευρά του θεατή. Αλλά όχι απαραίτητο, και σίγουρα δε πρέπει να γίνεται βεβιασμένα. Για παράδειγμα είδα κάποια έργα που παράχθηκαν μέσα στην πανδημία και ήταν καθηλωτικά, ήταν θεραπευτικά κατά μια έννοια.
Τα δύο μικρά έργα, που ένιωσα επιτακτική την ανάγκη να κάνω κατά τη διάρκεια της πανδημίας τελικά λειτούργησαν για μένα επίσης “θεραπευτικά” , ενώ ήταν και ο τρόπος μου να τοποθετηθώ απέναντι στα γεγονότα. Θα έλεγα ότι μέχρι τώρα με απασχολούν σταθερά, θέματα, τα οποία θεωρώ ότι έχουν βαθιές και ουσιαστικές συνδέσεις με την παρούσα διεθνή κατάσταση, ο εξορυκτικός καπιταλισμός, η επιτήρηση, η ενέργεια και η κλιματική κρίση, με καταγεγραμμένους ήδη εκατομμύρια κλιματικούς μετανάστες, με την περιφέρεια ήδη να υποφέρει πολύ έντονα, και με τις ανισότητες και τον κλιματικό ρατσισμό να οξύνονται διαρκώς. Αυτά τα θίγω μέσα από ένα κράμα ποιητικού και πραγματικού, ανεξάρτητα από την επικαιρότητα, γιατί απλούστατα με ενδιαφέρουν.
Θεωρείς πως η Ελλάδα παρέχει το κατάλληλο περιβάλλον για τους καλλιτέχνες;
Αυτή είναι μια περίπλοκη ερώτηση που δεν γίνεται να απαντηθεί σε λίγες γραμμές. Έχω επιλέξει να ζω και να παράγω στην Ελλάδα. Η Αθήνα, όπου και γεννήθηκα, αποτελεί για μένα κατά καιρούς πηγή έμπνευσης με τις αντιφάσεις, τις συγκρούσεις, τις δυνατότητες και τις αποτυχίες της. Δε θέλω όμως να ρομαντικοποιώ την κατάσταση. Οι συνθήκες δεν είναι ιδιαιτέρως ευνοϊκές για τους καλλιτέχνες εδώ.
Μετά την αποφοίτησή μου από την ΑΣΚΤ το 2015, άρχισα να δείχνω δουλειά σε διάφορα διακεκριμένα φεστιβάλ και συνέδρια τεχνολογίας και τέχνης στον κόσμο. Όποτε παρευρίσκομαι στις διοργανώσεις αυτές συναντώ καλλιτέχνες, των οποίων οι χώρες τους τους στηρίζουν πρακτικά και οικονομικά. Αυτές οι χώρες θεωρούν σημαντικό να παράγουν σύγχρονο πολιτισμό, που πραγματεύεται επίσης θεματικές ενταγμένες στο πεδίο τέχνης και τεχνολογίας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα καλύτερες παραγωγές, δυνατότητα πειραματισμού και έρευνας, παραγωγή κριτικού λόγου. Αυτό που με κάνει να νιώθω αμήχανα, είναι το γεγονός ότι το να είσαι καλλιτέχνης δεν εκλαμβάνεται ως επάγγελμα από το ευρύ κοινό. Για τη διαμόρφωση αυτής της εικόνας βέβαια ευθυνόμαστε και εμείς οι ίδιοι οι καλλιτέχνες. Το θέμα της αμοιβής επίσης είναι σημαντικό, στην Ελλάδα σχεδόν ποτέ κανείς δε μιλά για αμοιβή του καλλιτέχνη. Είναι κάτι σαν ταμπού. Χαίρομαι όμως, γιατί πλέον υπάρχουν άνθρωποι, οργανισμοί και ομάδες που μιλάμε για αυτά τα ζητήματα συγκεκριμένα και με διαφάνεια. Έχω την αίσθηση ότι τα πράγματα θα βελτιωθούν ως προς τις συνθήκες εργασίας των εικαστικών.
Ποια τα σχέδια σου για το άμεσο μέλλον;
Το τελευταίο διάστημα ήταν πολύ ενεργό και εξωστρεφές. Από τη μια, η μακρά και απαιτητική έρευνα για η δημιουργία των νέων έργων. Από την άλλη, τα ταξίδια, το στήσιμο και οι συνεργασίες για τις ατομικές εκθέσεις, τις μπιενάλε και τις ομαδικές εκθέσεις στην Αθήνα. Για τους μήνες του καλοκαιριού θα κάνω μια παύση, θέλω να εξερευνήσω κάποιες από τις ιδέες που γράφω στα σημειωματάρια μου και να πειραματιστώ με κάποια νέα υλικά και μέσα. Παράλληλα σιγά σιγά προετοιμάζομαι για νέες συνεργασίες που θα πραγματοποιηθούν του χρόνου.
Μια ευχή για το μέλλον
Να έχουμε όλα τα ανθρώπινα και μη-ανθρώπινα όντα τη δυνατότητα να ονειρευόμαστε ένα υπαρκτό μέλλον.