Ο πολυπράγμων εικαστικός δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το δημόσιο χώρο, το ρόλο της τέχνης σε αυτόν, καθώς και τη συμμετοχή των τοπικών κοινοτήτων.
Από τις σπουδές στο Πάντειο πανεπιστήμιο, ο Αλέξανδρος Σιμόπουλος μεταπήδησε στα εικαστικά κι έκτοτε βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της ελληνικής αστικής καλλιτεχνικής σκηνής. Ξεκινώντας από μια πρακτική που έχει τις ρίζες της στο γκράφιτι, έχει αναπτύξει μια εικαστική γλώσσα που χρησιμοποιεί τη φύση, την προφορική παράδοση, τη λαϊκή μυθολογία, τους θρύλους και τη λαϊκή τέχνη, ως βασικά σημεία για να συζητήσει την ανθρώπινη κατάσταση και να σχολιάσει την τρέχουσα κοινωνική και πολιτική κατάσταση.
Ποιες είναι οι βασικές αρχές της εικαστικής σου πρακτικής;
Θα έλεγα πως η πρακτική μου, στο μυαλό μου τουλάχιστον, χωρίζεται κατά κάποιο τρόπο σε τρία κομμάτια, τα οποία επικοινωνούν όμως μεταξύ τους. Χωρίς η σειρά αυτή να είναι αξιολογική, το πρώτο είναι η ζωγραφική στο εργαστήριο. Το δεύτερο, η ζωγραφική που βγαίνει στον δημόσιο χώρο με την μορφή τοιχογραφιών συνήθως, και το τρίτο είναι μια πρακτική που ανεξαρτήτως των εκφραστικών μέσων που θα επιλεχθούν, έχει μια πιο πειραματική/ ερευνητική/ κριτική διάθεση σε σχέση με το δημόσιο χώρο. Σε γενικές γραμμές θα ήθελα στα έργα μου να υπάρχει κάποιου είδους «ευαλωτότητα», παιδικότητα, μια δόση αφέλειας και χιούμορ, αλλά κυρίως να μπορούν να λειτουργήσουν οπωσδήποτε και σε συναισθηματικό επίπεδο. Επίσης, θα ήθελα να υπάρχουν επίπεδα που επικοινωνούν τόσο με τη σύγχρονη εικαστική παραγωγή ή την ιστορία της τέχνης, αλλά ταυτόχρονα να απευθύνονται και να μπορούν να επικοινωνήσουν άμεσα με άτομα που δεν γνωρίζουν αυτό τον χώρο ούτε ενδιαφέρονται άμεσα για αυτόν.

Boundary Drawing, Santa Fe Art Institute Installation View, 2019
Από πού αντλείς έμπνευση;
Τα τελευταία 5 περίπου χρόνια, δούλευα κυρίως από residency σε residency σε διαφορετικές πόλεις και χώρες. Σε αυτό το πλαίσιο τα έργα που έκανα είχαν να κάνουν πάντα με το εκάστοτε συγκείμενο, και σχεδόν πάντα και με το δημόσιο χώρο, ή ήταν αναθέσεις που δουλεύονταν με αντίστοιχο τρόπο. Εκτός αυτού του πλαισίου λειτουργώ αλλιώς. Σίγουρα αντλώ πράγματα πάλι από το δημόσιο χώρο, παλιότερα της Αθήνας, που έχει τρομερά πυκνή πληροφορία, τώρα περισσότερο από αυτόν της «περιφέρειας», που έχει πάλι τρομερά πυκνή πληροφορία, αλλά εντελώς διαφορετική. Και σίγουρα επηρεάζομαι από άλλους/ες καλλιτέχνες/ιδες είτε άτομα που γνωρίζω, εκτιμώ την δουλειά τους και συζητάμε, είτε όχι. Απολαμβάνω πάρα πολύ και με ενδιαφέρει πολύ το να βλέπω έργα άλλων.
Μεταπήδησες από τις ανθρωπιστικές επιστήμες στα εικαστικά. Πώς επηρέασαν οι σπουδές σου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο τη μετέπειτα καριέρα σου και πως πιστεύεις πως συνδέονται αυτοί οι δύο διαφορετικοί φαινομενικά κόσμοι;

Αλέξανδρος Σιμόπουλος. Photo by Marily Konstantinopoulou
Δεν είμαι σίγουρος για το πως. Γενικά με ενδιαφέρουν πολύ οι ανθρωπιστικές επιστήμες. Όσο ήμουν στο Πάντειο όμως, με ενδιέφεραν πιο πολύ τα εικαστικά! Ίσως επειδή η σχέση μου με τα εικαστικά ξεκίνησε από το γκράφιτι και την τοιχογραφία και επειδή οι πρώτες σπουδές μου ήταν εντελώς θεωρητικές, ποτέ δεν απέκτησα έντονο ενδιαφέρον για φορμαλιστικούς προβληματισμούς σε σχέση με τα εικαστικά αλλά περισσότερο για θεωρητικούς, κοινωνικούς, ανθρωπολογικούς, πολιτικούς, κλπ. Άρχισα επίσης να σκέφτομαι τα έργα μου ως κάτι που θα μπορούσε να συνομιλεί περισσότερο με την καθημερινή ζωή, παρά με τον κόσμο των εικαστικών, ή την ιστορία της τέχνης καθαυτή. Πάντως, τα πρώτα πράγματα που είδα και έφεραν την εικαστική γλώσσα κοντά μου ήταν κυρίως στο δημόσιο χώρο. Αυτά μου κέντρισαν το ενδιαφέρον σε μικρή ηλικία και άρχισα να τα ψάχνω, να τα αναζητώ, να τα μελετάω όσο πιο πολύ μπορούσα και σίγουρα με διαμόρφωσαν μέχρι ένα σημείο. Στο Πάντειο, σε γενικές γραμμές, ένοιωθα εκτός τόπου και χρόνου, τουλάχιστον στη σχολή μου. Στις Διεθνείς Σχέσεις, ο κόσμος αναλύεται κατά βάση με όρους ισχύος και συγκρούσεων (αυτά διδασκόμασταν σε μεγάλο βαθμό), κάτι που μου φαίνεται στενάχωρο, προβληματικό και επικίνδυνο σε μεγάλο βαθμό.
Στην πρακτική σου συναντάμε πολλές παρεμβάσεις σε εξωτερικούς χώρους. Ποια πιστεύεις πως είναι ή πρέπει να είναι ο ρόλος τέτοιων εικαστικών παρεμβάσεων στο δημόσιο χώρο;
θα μιλήσω για την τοιχογραφία, γιατί αυτό είναι το πεδίο που γνωρίζω καλύτερα. Θυμάμαι πέρυσι, άκουγα μια συνέντευξη του Παπαηλιάκη που μιλούσε για την τοιχογραφία που έκανε στην Πλατεία Αυδή στο Μεταξουργείο και έλεγε ότι αν ένα στόχο θα έπρεπε να έχει ένα έργο στο δημόσιο χώρο, αυτός θα ήταν, αν τα καταφέρνει, να δίνει κουράγιο. Και συμφωνώ πολύ. Ειδικά στην Αθήνα, που κόσμος και δημόσιος χώρος υποφέρουν. Προσωπικά, προσπαθώ κάθε φορά που αναλαμβάνω μια δημόσια τοιχογραφία, με διάφορους τρόπους, να συμπεριλάβω τις τοπικές κοινότητες με τις οποίες πρόκειται να μοιραστεί τον ίδιο χώρο. Αυτό είναι πολλές φορές δύσκολο, γιατί προϋποθέτει την ύπαρξη άπλετου χρόνου για να κάνεις κάποια έρευνα προηγουμένως, αλλά και να σου παρέχεται ελευθερία από την εκάστοτε διοργάνωση σε σχέση με το τελικό αποτέλεσμα. Στις τελευταίες δύο τοιχογραφίες που έκανα, προσπάθησα να μεγεθύνω/ αναδείξω απλές, καθημερινές γραφές και έργα άλλων ατόμων. Στη μια περίπτωση ήταν ένα μικρό ανώνυμο tag στη Γαλλία που έλεγε Να ξέρεις ότι σε αγαπώ, και στην τελευταία τοιχογραφία που έκανα στην Κρήτη, ήταν οι ζωγραφιές και οι δηλώσεις των παιδιών ενός νηπιαγωγείου. Θα ήθελα να λειτουργούν και σαν αντι-μνημεία. Η καλύτερα σαν μνημεία για την καθημερινή ζωή, τις φιλοδοξίες, τα άγχη, τις δυσκολίες, τις χαρές της. Εκεί νομίζω κρύβονται σπουδαία πράγματα και στην κλίμακά της μπορούν να συμβούν πολύ σημαντικές μετατοπίσεις.

“Coming”, acrylics, oil and oil-pastels on linen, 120x200cm (diptych), 2020 Iris Gallerie. Photo Nefeli Papaioannou
Mε απασχολεί το ερώτημα του πως θα κάνεις μια τοιχογραφία η οποία θα λειτουργεί σε διαφορετικά επίπεδα και όχι απλά εξωραϊστικά, με όρους θεάματος, και αναρωτιέμαι και αν γίνεται εν τέλει. Και μετά υπάρχει ο προβληματισμός του πόσο παρεμβατικό θα είναι αυτό το έργο σχετικά με το περιβάλλον του και γιατί, αν εγείρει κάποιο ουσιαστικό ζήτημα, και με ποιο τρόπο το κάνει. Ακόμα ένα ζήτημα που υπάρχει είναι σε ποιον ανήκει ο δημόσιος χώρος αυτός, πως και γιατί; Και τι κάνουμε εμείς όταν μας ανατίθεται ένας τόσο μεγάλος χώρος; Δεν έχουμε κάποια ευθύνη σε σχέση με το πως θα τον διαχειριστούμε, τι θα πούμε και με το πως/αν θα συμπεριλάβουμε και άλλες φωνές μαζί με τη δική μας;
Με τι καταπιάνεσαι αυτή την περίοδο;
Λογικά, την στιγμή που θα δημοσιευτεί αυτή η συνέντευξη θα έχει ανοίξει η νέα ατομική μου έκθεση, με τίτλο Αύγουστος, στην γκαλερί Ίρις. Θα διαρκέσει μέχρι τις 28 Οκτωβρίου. Περιλαμβάνει ένα νέο σώμα έργων σε λινό και σε χαρτί, που δούλευα τα τελευταία δύο χρόνια σε καθεστώς απομόνωσης. Το μισό κομμάτι λίγο έξω από την Αθήνα, και το άλλο μισό στο αγροτικό Valais των Ελβετικών Άλπεων.
Καθώς αισθανόμουν ότι ο κόσμος γύρω μου κατέρρεε, και με διάθεση απόδρασης από την πραγματικότητα, ήθελα να επικεντρωθώ σε κάτι που το ένοιωθα προσιτό, οικείο, στοργικό, κάτι που θα εμπεριείχε τρυφερότητα και ασφάλεια και ξεγνοιασιά. Υπό αυτή την έννοια, τα έργα σχετίζονται με συγκεκριμένες εμπειρίες από την παραθαλάσσια ζωή στην Ελλάδα κατά τους μήνες του καλοκαιριού και ιδιαίτερα κατά την διάρκεια του Αυγούστου. Προέκυψαν μέσα από τις προσωπικές μου αναμνήσεις, τη φαντασία, και ένα αρχείο από φωτογραφίες και αντικείμενα που έχω συλλέξει από φίλους και ανθρώπους με τους οποίους έχω συνυπάρξει τα τελευταία δέκα χρόνια. Σχετίζονται τόσο με συλλογικές, όσο και με προσωπικές εμπειρίες δικές μου, αλλά και άλλων τις οποίες αφηγούμαι με αμφίσημο τρόπο: ίσως αφελή, χιουμοριστικό, μερικές φορές με μια διάθεση κυνισμού, αλλά ευελπιστώ και με ευαισθησία . Με ενδιαφέρει το πώς αυτά τα έργα θα μπορούσαν να συνθέσουν μια κατακερματισμένη, μετα-αποκαλυπτική αφήγηση, αλλά και το τι είδους αναγνώσεις θα μπορούσαν να προκύψουν ως προς την μυθολογία του ελληνικού καλοκαιριού, την ελληνική ταυτότητα, τον τουρισμό, την περιφέρεια, την φύση και το μεταφυσικό, τον ελεύθερο χρόνο, το τοπίο, το σώμα, τον έρωτα , την επιβράδυνση του χρόνου, κ.λ.π.

Boundary Drawing, Hand-drawn digital animation, 2019 Santa Fe Art Institute installation view
Μετά το πέρασμα της πανδημίας, τι έμεινε; Πώς επηρέασε αυτή η κρίση τη δουλειά σου;
Καταλαβαίνω ότι επηρεάστηκα πολύ, αλλά αρχίζω να το συνειδητοποιώ σταδιακά και αργά. Αρχικά μειώθηκε πολύ το άγχος μου. Απο εκεί που ένοιωθα “αντιπαραγωγικός” σε σχέση με την υπόλοιπη κοινωνία, ξαφνικά, με την αλλαγή αυτή του συλλογικού ρυθμού, στις συνθήκες αυτές τις επιβράδυνσης του χρόνου ένοιωσα κάποιου είδους ανακούφιση. Επέστρεψα στην ζωγραφική, που νομίζω ότι ευνοείται πολύ από την επιβράδυνση αυτή του χρόνου, και ήταν και αυτό που μέσα στην παγωμάρα και την απομόνωση, είχε κάτι θεραπευτικό. Ήμουν πολύ τυχερός επίσης γιατί λόγω κάποιας περίεργης συνθήκης, κατάφερα να ταξιδέψω και να συμμετάσχω σε δύο προγράμματα καλλιτεχνικής φιλοξενίας στην Ελβετία, και τη Γαλλία, κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Αυτό και ψυχολογικά και πρακτικά, ήταν ένα πολύ μεγάλο στήριγμα, παρόλο που και εκεί βρισκόμουν σε καθεστώς σχετικής απομόνωσης. Κάτι άλλο που είναι σημαντικό, είναι ότι είχα την τύχη και το προνόμιο, να βρίσκομαι εκτός μεγάλων αστικών κέντρων σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια. Αυτό είναι κάτι που δεν είχε ξανασυμβεί και σίγουρα με επηρέασε. Μπήκα σε μια διαδικασία επαναδιαπραγμάτευσης της σχέσης μου με την ζωή σε ένα μεγάλο αστικό κέντρο, με ό,τι μπορεί να συνεπάγεται αυτό, η οποία δεν έχει τελειώσει.
Ποια η στάση σου ως εικαστικός στην τρέχουσα διεθνή κατάσταση;
Την τρέχουσα διεθνή κατάσταση την αντιλαμβάνομαι σαν ένα σύνολο αλλεπάλληλων κρίσεων και έκτακτων αναγκών ανά τον κόσμο. Ως εικαστικός δεν ξέρω, και δεν μπορώ, δεν θέλω και θεωρώ πως δεν γίνεται-δεν πρέπει να έχω μια καθολική άμεση απάντηση σε αυτή τη σχέση, ως άνθρωπος είμαι δυστυχώς σε μεγάλο βαθμό μουδιασμένος και αγχωμένος.
Θεωρείς πως η Ελλάδα παρέχει το κατάλληλο περιβάλλον για τους καλλιτέχνες;
Για να είμαι ειλικρινής, είναι ένα θέμα, το οποίο έχουν αναπτύξει πολύ, και από διαφορετικές οπτικές γωνίες πολλοί/ες συνάδελφοι/ισσες στις προηγούμενες συνεντεύξεις τις στήλης. Παραπέμπω εκεί, γιατί νομίζω πως αυτή τη στιγμή, δεν έχω να προσθέσω κάτι ουσιαστικό.

Absence, masonry paint on wood, 6x8m, 2017 Nuuk, Greenland produced in the context of Hors Pistes Residency photo Emile Barrett
Ποια τα σχέδια σου για το άμεσο μέλλον;
Πέραν της έκθεσης δεν έχω κάτι άλλο προγραμματισμένο άμεσα, επομένως ευελπιστώ, εφόσον το επιτρέψουν οι συνθήκες, να μπορώ να επιστρέψω άμεσα στη ζωγραφική και θα ήθελα πάρα πολύ να κάνω και άλλα έργα στο δημόσιο χώρο.
Μια ευχή για το μέλλον
Ας μας επιτραπεί και ας προσπαθήσουμε, να κάνουμε όλοι/ες ένα-δύο βήματα πιο αργά. Κατά τ’ άλλα, όσο γραφικά και αν ακούγονται, υγεία, αγάπη, ενσυναίσθηση, γλυκύτητα, φλερτ, τσαχπινιά, υπεύθυνη βλακεία αλλά και υπευθυνότητα, λιγότερο άγχος, λιγότερη βία. Όπως λέει και ένας φίλος, resist fear, assist love!