Belle Shafir, Echoes of Transformation (2021), λεπτομέρεια επιτελεστικής δράσης, τρίχες αλόγου, διαστάσεις μεταβλητές, φώτο: Χριστόφορος Δουλγέρης

Reality Check στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής στο Δαφνί

Η Αλεξάνδρα Κοροξενίδη επισκέφτηκε την ομαδική έκθεση Reality Check σε επιμέλεια του  Κώστα Πράπογλου και την συμμετοχή 34 Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών.

Η επιλογή του τόπου παρουσίασης σε ένα εγκαταλελειμμένο κτίριο του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Αττικής στο Δαφνί της προσδίδει καταρχήν μία ιδιαίτερη φόρτιση και δημιουργεί εκ των προτέρων μία πρόκληση και μία ευθύνη τόσο από την πλευρά του θεατή όσο και των οργανωτών ως προς τον σεβασμό με τον οποίo ενεργοποιούν έναν τόπο συνδεδεμένο με τον ψυχικό πόνο, την θεραπεία και την ελπίδα για αποκατάσταση. Αλλά και ένα τόπο που βρίσκεται στον άξονα της ιστορικής διαδρομής προς την αρχαία Ελευσίνα και στο μήκος της οποίας συναντώνται μνήμες και χνάρια από διαφορετικά στρώματα της ιστορίας.

Η ψυχική νόσος και το κοινωνικό της στίγμα είναι ένα ευαίσθητο θέμα που η έκθεση παρακάμπτει επιδέξια καθώς το θέμα της δεν είναι η συγγένεια της δημιουργικότητας με το παράλογο – μία κουρασμένη πλέον ιδέα και ένα απότοκο του ρομαντισμού ή απόηχος της επίδρασης της ψυχανάλυσης στην τέχνη – αλλά μία σύγχρονη διευρυμένη ματιά γύρω από τα θολά όρια που χωρίζουν το παράλογο και το ανεξήγητο από την πραγματικότητα με την συμβατική, κοινώς αποδεκτή, έννοια. Πρόκειται για μία μετέωρη, παράξενη εικόνα του κόσμου στον οποίο ο χώρος είναι απροσδιόριστος και ο χρόνος υποκειμενικός, εσωτερικός, «βουβός» και χωρίς συγκεκριμένη δομή

Ο θεατής όμως δεν μπορεί να αγνοήσει την επιλογή του συγκεκριμένου χώρου και το στοιχείο εγκατάλειψης και έντονης παρουσίας-απουσίας που αποπνέουν τα δωμάτια του κτιρίου. Για αυτό και η διευρυμένη αυτή οπτική της έκθεσης απαλύνει μεν το βάθος του χάσματος ανάμεσα στον ψυχικά ασθενή και τον κοινωνικά ενταγμένο «λειτουργικό» άνθρωπο, υπονοώντας ότι ο εγκλεισμός είναι μία πολυδιάστατη συνθήκη και συνενώνοντας έτσι το «άλλο» με την κανονικότητα, από την άλλη όμως, μοιάζει να χάνεται σε διαφορετικές και απροσδιόριστες έννοιες περί τόπου και χρόνου και να προβάλει μία, εξ αποστάσεως, χαλαρή και αφηρημένη αντίληψη περί «εγκλεισμού» και μη κανονικότητας.

Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι με εξαίρεση το φιλμ Absentia (2000) των αδελφών Quay, αντιπροσωπευτικό της εκλεπτυσμένης σουρεαλιστικής γραφής τους και εμπνευσμένο από τα γράμματα που μία ασθενής ψυχιατρείου έγραφε στον άνδρα της χωρίς ποτέ να τα στείλει και το δεκάλεπτο φιλμ Juste Le Temps (1983) του Robert Cahen, με το ανοιχτό τέλος και τις φευγαλέες, ιμπρεσιονιστικές εικόνες τοπίων από το τρένο, τα οποία ειναι απο τα πιο δυνατά σημεία της έκθεσης,όλα τα έργα έχουν γίνει ειδικά για την συγκεκριμένη παρουσίαση και κατόπιν επίσκεψης των περισσότερων καλλιτεχνών στον συγκεκριμένο χώρο. Ο επιμελητής δεν έχει κατασκευάσει μία ιδέα για να «χωρέσει» προϋπάρχοντα έργα ούτε και προσδίδει στα έργα έννοιες που δεν υπάρχουν αλλά δημιουργεί μία επιμελητική πρόταση ξεκινώντας από το μηδέν, συλλογικά και συν-δημιουργικά.

Επανερχόμενες έννοιες είναι ο χρόνος (πχ. στο επιτυχημένο έργο του Μάριου Βουτσινά, που όμως είναι ατυχώς τοποθετημένο διαγώνια και πιο «θεατρικά», ίσως για να νοηματοδοτήσει την έξοδο προς την πόρτα του δωματίου), η μνήμη, η φύση και ο κύκλος της ζωής, η σωματικότητα (πχ. στο έργο της Βelle Shafir ή, εμμέσως, στην εγκατάσταση της Ελένης Ζούνη) και η δημιουργικότητα,  που έχουν κατά παράδοση συνδεθεί με θέματα ψυχικής φύσης και υποσυνείδητου, ενώ η χειροναξία ως δημιουργική πράξη προβάλλεται ως μία μορφή θεραπευτικής ψυχικής έκφρασης. Αναρωτιέται επίσης κανείς αν η πλειοψηφία των γυναικών καλλιτεχνών είναι τυχαία ή αν υποδηλώνει μία γυναικεία καλλιτεχνική έφεση για ζητήματα ψυχολογικού και υπαρξιακού περιεχόμενου, μία σκέψη που, αν ισχύει, διαιωνίζει ένα γυναικείο στερεότυπο.

Οι χώροι (πρώην υπνοδωμάτια των ασθενών) έχουν διανεμηθεί ισότιμα (με κάποιες εξαιρέσεις στις οποίες χρειάστηκε μεγαλύτερος χώρος για τις ανάγκες του έργου) με ένα δωμάτιο να αντιστοιχεί σε ένα έργο. Η κατανομή και η διάταξη αυτή αναπαράγει επιτυχώς την αίσθηση ότι κάθε άνθρωπος και κάθε ψυχική κατάσταση είναι ξεχωριστή αλλά και ότι όλα συνυπάρχουν και αρθρώνουν μία κοινή, ανθρώπινη συνθήκη που υπερβαίνει τις διαφορές. Η απομόνωση και ο διάλογος, ο διαχωρισμός και η συνένωση, η αίσθηση μίας μοναχικότητας και μοναξιάς, που όμως είναι κοινή, προσδίδουν ένα βιωματικό στοιχείο κοινότητας που, συμπτωματικά, έγινε κοινός τόπος τα τελευταία δύο χρόνια της πανδημίας και του εγκλεισμού (σημ. ο επιμελητής σχεδίαζε την έκθεση πριν την πανδημία).

Μέσα από αυτήν την συνθήκη του εγκλεισμού προέκυψε το «Επίγειοι Περιορισμοί» της Δέσποινας Μεϊμάρογλου, ένα από τα πιο δυνατά έργα της έκθεσης στο οποίο, με έμπνευση το γνωστό έργο του Duchamp Étants donnés, η καλλιτέχνης παρουσιάζει, πίσω από μία στρογγυλή, μικρή οπή στον τοίχο την προβολή του εαυτού της να φωτογραφίζει κοιτώντας τον θεατή και την απέναντι θέα μέσα στο σπίτι της. Το παιχνίδι μετατρέπει το μέσα σε έξω και αντίστροφα, και προβάλλει το καθένα από αυτά ως έναν νοητικό, ψυχικό και ρευστό χώρο. Επιπλέον, συγχέει τον ρόλο του έγκλειστου με εκείνον που τον παρακολουθεί, αυτόν που έχει πρόσβαση και αυτό του οποίου η πρόσβαση απαγορεύεται.

Η σχέση του  «μέσα » με το «έξω» , ο εγκλεισμός και η διαφυγή, το εσωτερικό και το εξωτερικό – ένα παράδειγμα είναι η ενδοσκοπική βιντεοεγκατάσταση της Μαριάννα Στραπατσάκη που περιβάλλει τον θεατή μέσα σε ένα φυσικό τοπίο που κινείται προς διαφορετικές πορείες – υπάρχουν ως δίπολα, τα οποία όμως η έκθεση επιχειρεί να καταρρίψει. Το καταφέρνει μέσα από αυτή την αίσθηση των διαφορετικών, αποκομμένων μεταξύ τους φωνών και εμπειριών που όμως έχουν κοινή καταγωγή, ξεκινούν και καταλήγουν στις ίδιες ανθρώπινες, πρωτογενείς ανάγκες.

Η ανθρώπινη ευθραυστότητα υπάρχει μαζί με την δύναμη της ζωής. Τα συντρίμμια γίνονται τα συστατικά μίας νέας ζωής όπως  στην εγκατάσταση της Δήμητρας Σκανδάλη όπου τα μαραμένα φυτά και λουλούδια συνθέτουν ένα νέο τοπίο. Η ζωή αποδομείται και επαναδομείται με την έμφαση στην υλικότητα στο έργο της Εοζέν Αγκοπιάν, αποκτά διαφορετικές μορφές, ανασυντάσσεται μέσα από την διαδραστική εγκατάσταση της Ελένης Πανουκλιά.

Η μεταφορική αλλά και κυριολεκτική έξοδος προς το φως είναι διακριτή σε πολλά έργα, ενώ το παράθυρο που υπάρχει σε κάθε δωμάτιο παρέχει στους καλλιτέχνες ένα έτοιμο εργαλείο. Η εγκατάσταση ΔΑΦΝΙ 2021 της Διοχάντης που απλώνεται σε τρία μέρη, πίσω από τις μισόκλειστες πόρτες τριών δωματίων, είναι ένα ηχοτοπίο που υπαινίσσεται την παρουσία της απουσίας και την ανάμνηση της ζωής και του πόνου και το φως ως άνοιγμα στο τέλος της εγκατάστασης και στην άκρη του διαδρόμου έρχεται ως λύτρωση. Ομως προσγειώνει τον κατά τα άλλα ευαίσθητο χειρισμό του θέματος σ’ ένα κάπως προφανές τέλος.

Κάποια έργα ενώ συλλαμβάνουν ενδιαφέροντα νοήματα, αγγίζουν την σκηνογραφία ενώ κάποια άλλα όπως χαρακτηριστικά η εγκατάσταση της Λυδίας Δαμπασίνα καταφέρνουν μέσα από ελάχιστα μέσα να δώσουν μία αίσθηση ανάτασης, ενώ το συγκεκριμένο έργο, προσδίδει χωρίς συναισθηματισμούς μία αξιοπρέπεια και ισότιμη με τους υπόλοιπου θέση στον ψυχικά ασθενή καταθέτοντας έτσι και μία κοινωνική ευαισθησία με εκλέπτυνση και με πρωτοτυπία.

Η έκθεση έχει εναλλαγές. Κάποια έργα είναι πιο μελαγχολικά, άλλα πιο εγκεφαλικά, ενώ η γλυπτική, επιτραπέζια εγκατάσταση του Νίκου Τρανού με τις γκροτέσκες ανθρωπόμορφες, υδροκέφαλες οντότητες είναι από τις λίγες στιγμές που συνδυάζουν κάποιον αυτοσαρκασμό με ένα υπόγειο χιούμορ και μία συμπάθεια για τις ανθρώπινες αδυναμίες χωρίς όμως να απουσιάζει και ο κίνδυνος μίας δυστοπίας. Πρόκειται για το ανοίκειο που είναι και οικείο.

Εκείνο που τελικά επικρατεί είναι η αναζήτηση για ένα ανήκειν, μία αίσθηση ταυτότητας για τον άνθρωπο και σχέσης με τον άλλον, μία αίσθηση σιωπής, ένα μούδιασμα αλλά και μία ζωτικότητα. Υπάρχει η αίσθηση της αναζήτησης ενός εσωτερικού, βιωμένου μπερξονικού χρόνου και ένας υπαινιγμός για την σημασία της ενόρασης, δηλαδή μίας υπερνοητικής γνωστικής δύναμης. Η έκθεση ζωντανεύει μία συνθήκη ρευστή και άγνωστη, μία ιδέα που συναντάται σε πολλές σύγχρονες ομαδικές εκθέσεις, και παρότι αφήνει στον θεατή ένα αίσθημα «σφιξίματος» και ανησυχίας, περιέργως τον κινητοποιεί στο να αντιμετωπίσει τον κόσμο με αποδοχή, ενσυναίσθηση και φαντασία. Ας σημειωθεί ότι ο επιμελητής έχει συνεργαστεί με τους ειδικούς θεράποντες ώστε την έκθεση να επισκεφτούν και κάποιοι τρόφιμοι του νοσοκομείου. Αυτή η πρωτοβουλία ενισχύει την ιδέα μίας κάποιας ενσωμάτωσης και την κοινωνική αιχμή της έκθεσης, στον βαθμό βέβαια που μία έκθεση σύγχρονης τέχνης μπορεί να ενεργοποιήσει ουσιαστικά την κοινωνική συνείδηση.

 

H έκθεση Reality Check διαρκεί έως τις 9 Οκτωβρίου 2021 και είναι επισκέψιμη κάθε Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή από τις 15.00 ἐως τις 20.00
Δημόσιο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής, Δαφνί, Λεωφόρος Αθηνών 374, Χαϊδάρι 

TAGS