Ismail Shammut’s At Erez Crossing (The Queue) (1997) Courtesy of the Institute for Palestine Studies

Η Παλαιστίνη της τέχνης

Μια νέα διαδικτυακή εγκυκλοπαίδεια παρέχει μια μοναδική εικόνα για την παλαιστινιακή καλλιτεχνική δημιουργία και τον εικαστικό πολιτισμό.

Ξέρετε τίποτα για την παλαιστινιακή ζωγραφική; Ξέρετε κάποιον Παλαιστίνιο συνθέτη; Καμία Παλαιστίνια κινηματογραφίστρια;  Γνωρίζετε το «New Dress»; Εμείς ομολογούμε πως, αν και πρόκειται για έναν λαό της ευρύτερης γειτονιάς μας, μας είναι πιο γνωστός μέσα από βιώματα (και τραγικές ειδήσεις) πολέμων, διώξεων και προσφυγιάς, και ελάχιστη γνώση έχουμε τόσο από την πολιτιστική του ιστορία όσο και από τη σύγχρονη καλλιτεχνική του δράση.

Είναι ένα κενό που έρχεται να καλύψει το Ινστιτούτο Παλαιστινιακών Σπουδών (με έδρα τη Βηρυτό) με ένα ψηφιακό έργο που διερευνά μεταξύ άλλων πώς ο παλαιστινιακός λαός χρησιμοποίησε την τέχνη για να εκφράσει την κοινωνική και πολιτική του ιστορία.

Η πλατφόρμα Interactive Encyclopedia of the Palestine Question ξεκίνησε από το Ινστιτούτο Παλαιστινιακών Σπουδών στη Βηρυτό και το Παλαιστινιακό Μουσείο στο Birzeit τον περασμένο Ιούνιο. Η έναρξή της έγινε στην 74η επέτειο της παλαιστινιακής Nakba (είναι η λέξη αραβική λέξη που χρησιμοποιείται από τους Παλαιστίνιους για να περιγράψει τη μαζική έξοδο από την περιοχή μετά την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ το 1948)  και την 55η επέτειο του αραβο-ισραηλινού πολέμου του 1967.

Απευθύνεται σε ακαδημαϊκούς, φοιτητές, δημοσιογράφους και το ευρύ κοινό και περιέχει ένα λεπτομερές Συνολικό Χρονολόγιο των κύριων γεγονότων που διαμόρφωσαν την παλαιστινιακή ιστορία στους τομείς του πολέμου, της διπλωματίας, του πολιτισμού, της οικονομίας και πολλών άλλων θεμάτων. Το δε Θεματικό Χρονολόγιο καλύπτοντας σημαντικά γεγονότα από το τέλος της οθωμανικής εποχής έως σήμερα,  περιλαμβάνει περιεκτικά κεφάλαια για την τέχνη, που κυμαίνονται από εικόνες του 18ου αιώνα έως κεντήματα, φωτογραφία και πολυμέσα.

Η Camille Mansour, η αρχισυντάκτρια του έργου, λέει ότι στόχος της εγκυκλοπαίδειας είναι «να παρουσιάσει τους Παλαιστίνιους όπως είναι – δραστήριους παράγοντες που χτίζουν τόσο με επιτυχίες όσο και με αποτυχίες τους πολιτικούς, κοινωνικούς και πολιτιστικούς θεσμούς εντός και εκτός Παλαιστίνης».

Η εγκυκλοπαίδεια περιλαμβάνει περισσότερα από 800.000 λήμματα, τόσο στα αγγλικά όσο και στα αραβικά. Οι ενότητες για τον πολιτισμό παρέχουν μια μοναδική και λεπτομερή επισκόπηση της ιστορίας της παλαιστινιακής τέχνης και πώς αυτή η ιστορία σχετίζεται με την κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα του παλαιστινιακού κράτους.

Το τμήμα τέχνης χωρίζεται σε τέσσερα κεφάλαια, καθένα από τα οποία καταγράφει τέσσερις διακριτές περιόδους στην ιστορία του παλαιστινιακού εικαστικού πολιτισμού. Ξεκινά με το Beginners (1795–1955), ένα κεφάλαιο που διερευνά τον τρόπο με τον οποίο η αγιογραφία αναπτύχθηκε ως «μία από τις πρώτες παραδόσεις ζωγραφικής της χώρας» και στη συνέχεια «ακυρώθηκε όταν η παλαιστινιακή κοινωνία ξεριζώθηκε το 1948».

Ακολουθεί το Pathfinders (1955–65), ένα κεφάλαιο που περιγράφει λεπτομερώς πώς «μια νέα τέχνη σφυρηλατήθηκε από πρωτοπόρους, οι περισσότεροι από τους οποίους μεγάλωσαν ως πρόσφυγες». Στη συνέχεια, η εγκυκλοπαίδεια προχωρά στους εξερευνητές (1965–95), η οποία περιλαμβάνει συχνά  λογοκριμένη τέχνη που δημιουργήθηκε στην εξορία και υπό κατοχή από καλλιτέχνες όπως ο Sliman Mansur και ο Taysir Barakat. Τελειώνει με το Present Tense: New Directions (1995-2016), το οποίο καταγράφει μια στροφή προς τα διεθνοποιημένα πολυμέσα και την εννοιολογική τέχνη με επικεφαλής γυναίκες καλλιτέχνες όπως η Mona Hatoum και η Emily Jacir.

Ένα βασικό τμήμα της εγκυκλοπαίδειας επικεντρώνεται στο παλαιστινιακό κέντημα – που προστέθηκε στον κατάλογο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO τον περασμένο Δεκέμβριο – το οποίο συνδέει την πολιτιστική κληρονομιά της Παλαιστίνης με την εμπειρία του λαού της, ιδιαίτερα μετά τη Nakba. «Οι οικονομικές δυσκολίες και η έλλειψη πρόσβασης στις παλιές, παραδοσιακές πηγές της αγοράς για υφάσματα και κλωστές σήμαινε ότι λίγα νέα φορέματα κατασκευάστηκαν στα τέλη της δεκαετίας του 1940 και το 1950», αναφέρει το λήμμα, σημειώνοντας ότι, από τους καταυλισμούς προσφύγων της δεκαετίας του 1960,  εμφανίστηκε μια νέα μορφή τέχνης.

Η εμφάνιση του “New Dress” ήταν το πρώτο βήμα προς τη μετατροπή του κεντήματος από μια παραδοσιακή έκφραση που υπονοούσε  την καταγωγή και την κοινωνική θέση σε σύμβολο της παλαιστινιακής εθνικής ταυτότητας. Τα φορέματα λειτουργούσαν ως «αντανάκλαση της πολιτιστικής ανταλλαγής που συνέβαινε στους προσφυγικούς καταυλισμούς». Η πιο πολιτικοποιημένη εκδήλωση του «New Dress» Νέου Φορέματος ήταν το «Φόρεμα Ιντιφάντα», φτιαγμένο και φορεμένο κατά τη λαϊκή εξέγερση στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στις αρχές της δεκαετίας του 1990, κατά την οποία «οι γυναίκες αψήφησαν την ισραηλινή απαγόρευση δημόσιας επίδειξης της παλαιστινιακής σημαίας στολίζοντας νέα φορέματα με ραμμένους χάρτες της Παλαιστίνης, το ακρωνύμιο «PLO», τη λέξη «Παλαιστίνη» στα αγγλικά και τα αραβικά, ακόμη και σημαίες με τα τέσσερα χρώματα —κόκκινο, πράσινο, λευκό και μαύρο— της παλαιστινιακής σημαίας».

Άλλα κεφάλαια επικεντρώνονται στην παρουσία της σύγχρονης παλαιστινιακής φωτογραφίας. «Η Παλαιστίνη ήταν ένα από τα πρώτα μέρη εκτός Ευρώπης στα οποία εξαπλώθηκε η φωτογραφία: έφτασε το 1839, την ίδια χρονιά που ο Γάλλος καλλιτέχνης Louis Daguerre ανακοίνωσε την εφεύρεσή της», αναφέρει ένα λήμμα. Επιπλέον, μια ενότητα για την τέχνη της αφίσας καταγράφει την παλαιστινιακή χρήση της γραφιστικής. Μπορείτε να δείτε την εγκυκλοπαίδεια εδώ.

 

Με πληροφορίες από το theartnewspaper.com

TAGS