Διεθνές συνέδριο για τους κινδύνους, θα γίνει τον Νοέμβριο στους Δελφούς από την UNESCO, καθώς η χώρα μας πρωτοπορεί στη μάχη για την κλιματική αλλαγή
H Ελλάδα είναι πρωτοπόρος στον πολιτιστικό τομέα ως προς τη μάχη για το περιβάλλον. Επόμενο ήταν λοιπόν, να της ανατεθεί από την UNESCO μια κεντρική εκδήλωση για την 50ή επέτειο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς. Στους Δελφούς, 17 και 18 Νοεμβρίου, θα φιλοξενηθεί διεθνές συνέδριο με τίτλο The Next 50 – Το μέλλον της Παγκόσμιας Κληρονομιάς σε δύσκολους καιρούς που ενισχύουν την ανθεκτικότητα και τη βιωσιμότητα. Η εκδήλωση οργανώνεται με αφορμή την 50ή επέτειο της Σύμβασης Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, από το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού και η Μόνιμη Αντιπροσωπεία της Ελλάδας στην UNESCO σε συνεργασία με το Κέντρο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.
Στόχος του Συνεδρίου των Δελφών είναι να παρουσιάσει κρίσιμους παράγοντες της εποχής μας που επηρεάζουν τα πολιτιστικά και φυσικά μνημεία, παγκοσμίως, και τις δυνατότητες της Σύμβασης Παγκόσμιας Κληρονομιάς να συμβάλει στον εντοπισμό και τον μετριασμό τους. Στο πλαίσιο αυτό, το Συνέδριο των Δελφών φιλοδοξεί να ασχοληθεί κυρίως με δύο θέματα, τα οποία ήδη επηρεάζουν και προβλέπονται καθοριστικά για το μέλλον: την κλιματική αλλαγή και τον αειφόρο τουρισμό. Μια ειδική υποσυνεδρία θα είναι αφιερωμένη στα Μικρά Νησιωτικά Αναπτυσσόμενα Κράτη (SIDS).
Δύο άξονες
Η χώρα μας έχει εμπειρία από ανάλογες παρουσιάσεις. Σύμφωνα με άρθρο που έχει δημοσιευθεί στο περιοδικό Inernet Archaeology, η χώρα μας έχει αναλάβει πολλές δράσεις για ενσωμάτωση της κλιματικής αλλαγής στα εθνικά σχέδια διαχείρισης της κληρονομιάς και στις πολιτιστικές πολιτικές. Το άρθρο υπογράφουν οι αρχαιολόγοι Ελενα Κουντούρη, διευθύντρια Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων του υπουργείου Πολιτισμού, Κωνσταντίνα Μπενίση και Σοφία Σπυροπούλου

Δελφοί
Το έργο αυτό αναπτύσσεται γύρω από δύο βασικούς άξονες, όπως εξηγούν: ο πρώτος σχετίζεται με το διεθνές πλαίσιο με ιδιαίτερη έμφαση στη Σύμβαση Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO και τη στρατηγική της για δράση για την κλιματική αλλαγή, ενώ ο δεύτερος αφορά το Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο Δράσης της Ελλάδας για την προσαρμογή του πολιτισμού. κληρονομιά στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και τους σχετικούς κινδύνους καταστροφών.
«Αν και η κλιματική προσαρμογή της πολιτιστικής κληρονομιάς είναι ένας σχετικά νέος τομέας έρευνας και πολιτικής, η συζήτηση για τον μετριασμό των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής είχε ξεκινήσει ήδη από τη δεκαετία του 1990, όταν έγινε αντιληπτό ότι οι συγκεντρώσεις αερίων του θερμοκηπίου συνέβαλαν στην αύξηση της θερμοκρασίας και ότι η κλιματική αλλαγή γενικότερα θα μπορούσε να επηρεάσει πολλές πτυχές της ανθρώπινης ζωής και δραστηριότητας» σημειώνουν οι συγγραφείς. «Ενόψει αυτής της πρόκλησης, το 1994 πολλές χώρες (σήμερα ανέρχονται συνολικά σε 197) υπέγραψαν τη Σύμβαση Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή(UNFCCC), η πρώτη διεθνής περιβαλλοντική συνθήκη σχετικά με αυτό το θέμα. Εκείνη την εποχή, ο κύριος στόχος της σύμβασης ήταν να μειώσει και να σταθεροποιήσει τις συγκεντρώσεις αερίων του θερμοκηπίου προκειμένου να επιτρέψει στο οικοσύστημα να προσαρμοστεί φυσικά και σταδιακά στην κλιματική αλλαγή και να εξασφαλίσει την οικονομική ανάπτυξη με βιώσιμο τρόπο.
Κατά την επόμενη δεκαετία, η συζήτηση καθώς και η επιστημονική έρευνα για την κλιματική αλλαγή διευρύνθηκαν και οι επιπτώσεις αυτής της νέας απειλής κοινοποιούνταν όλο και περισσότερο μέσω διεθνών δικτύων και φόρουμ. Αλλά ακόμη και τότε, οι φωνές που αφορούσαν τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην πολιτιστική κληρονομιά ήταν λίγες.»
Στο πλαίσιο της Σύμβασης Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, οι πρώτες ανησυχίες εκφράστηκαν το 2005 κατά τη διάρκεια της 29ης Συνόδου της Επιτροπής WH , η οποία επικεντρώθηκε κυρίως στις πιθανές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στη φυσική κληρονομιά. Η προσπάθεια συνεχίστηκε τα επόμενα χρόνια.
Η Ελλάδα συμμετείχε στη 2η άσκηση Περιοδικής Αναφοράς το 2014 και αναγνώρισε τον αντίκτυπο της κλιματικής αλλαγής σε τέσσερις περιπτώσεις εγγεγραμμένων στον παγκόσμιο κατάλογο της πολιτιστικής κληρονομιάς μνημείων: Ακρόπολη Αθηνών , αρχαιολογικούς χώρους της Ολυμπίας και της Επιδαύρου και τον ναό του Επικουρίου Απόλλωνα .

Τίρυνθα: Η άνω ακρόπολη και ο δυτικός προμαχώνας από δυτικά © Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού © J.M. Klessing
Ως αποτέλεσμα, τα μέτρα για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή έγιναν ουσιαστικό μέρος των σχεδίων διαχείρισης του ελληνικού WHS. Δύο έργα που εκτελούνται επί του παρόντος από τη Διεύθυνση Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, στην οποία υπηρετούν οι τρεις αρχαιολόγοι, «προβλέπουν συγκεκριμένα μέτρα για τον μετριασμό των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Το πρώτο έργο με τίτλο ‘Ολοκληρωμένη Διαχείριση Αρχαιολογικών Χώρων και Μνημείων – Σχέδια Διαχείρισης για τα Εγγεγραμμένα Μνημεία στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO’ συγχρηματοδοτείται από την ΕΕ και περιλαμβάνει την κατάρτιση διαχειριστικών σχεδίων για 15 ακίνητα (14 πολιτιστικά, 1 μικτά) .
Τα σχέδια αυτά καταρτίζονται με σκοπό να παρέχουν μια βραχυπρόθεσμη και μια μακροπρόθεσμη προοπτική για τη διατήρηση και τη βιωσιμότητα των ελληνικών εισηγμένων ακινήτων και να παρέχουν κατευθυντήριες γραμμές για στρατηγικές διαχείρισης κινδύνου έναντι διαφόρων κινδύνων, συμπεριλαμβανομένων των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής.»
Διαχείριση κινδύνων
Το δεύτερο έργο, με τίτλο «Σχέδια Διαχείρισης Κινδύνων Καταστροφών», περιλαμβάνει την κατάρτιση πιλοτικών σχεδίων σχετικά με την ετοιμότητα κινδύνου για τρία Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς στην Ελλάδα, καθένα από τα οποία αντιπροσωπεύει διαφορετικές χρονολογικές περιόδους: οι μυκηναϊκές ακροπόλεις της Τίρυνθας και των Μυκηνών (προϊστορική περίοδος), η Ακρόπολη των Αθηνών (κλασική περίοδος), και η Μονή Δαφνίου (βυζαντινή περίοδος). Υλοποιείται σε συνεργασία με το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών και το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο.
Η σύνταξη της Εκτίμησης Επιπτώσεων για κάθε πολιτιστικό αγαθό – ιδιαίτερα όσον αφορά τους γεωδυναμικούς και μετεωρολογικούς κινδύνους – περιγράφοντας τους δείκτες τρωτότητας, καθιερώνοντας μηχανισμούς παρακολούθησης και εισάγοντας συγκεκριμένες και στοχευμένες προτάσεις σχεδιασμού προσαρμογής, είναι μερικά από τα αναμενόμενα αποτελέσματα αυτού του έργου. Θα παρέχει επίσης λεπτομερή αναφορά για κάθε ακίνητο σχετικά με τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης (π.χ. σεισμός, έντονες βροχοπτώσεις, καταιγίδες, πυρκαγιά κ.λπ.), σχέδια εκκένωσης, προτάσεις για εγκατάσταση υποδομών που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή (π.χ. εγκαταστάσεις αντικεραυνικής προστασίας) και για τη θέσπιση διαδικασιών και εργαλείων για την ασφάλεια των επισκεπτών.
Στην Ελλάδα οι κίνδυνοι που εμφανίζονται μοιράζονται σε μεγάλο βαθμό με αυτούς στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου, όπως ακραία καιρικά φαινόμενα που σχετίζονται με πλημμύρες και έντονους και θυελλώδεις ανέμους, δασικές πυρκαγιές, ξηρασία-διάβρωση-κατολισθήσεις κ.λπ.
Οι κίνδυνοι
Τα δεδομένα που έχουν συλλεχθεί από κυβερνητικά και επιστημονικά ερευνητικά ιδρύματα και οργανισμούς, οι κύριοι παράγοντες και επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής για τα ελληνικά μνημεία θα μπορούσαν να συνοψιστούν ως εξής:
Αύξηση της θερμοκρασίας που μπορεί να προκαλέσει, ιδιαίτερα κατά τις περιόδους θυελλωδών, εκτεταμένες πυρκαγιές. Το 2007 οι πυρκαγιές απείλησαν αρκετές πολιτιστικές και φυσικές περιουσίες στην Πελοπόννησο, συμπεριλαμβανομένων των βυζαντινών εκκλησιών και μοναστηριών και του αρχαιολογικού χώρου της Ολυμπίας. Οι υψηλές θερμοκρασίες φαίνεται επίσης να αυξάνουν την ποσότητα των θαλάσσιων αερολυμάτων που παράγονται με τη μορφή ψεκασμού στην επιφάνεια της θάλασσας και εναποτίθενται στην επιφάνεια των μνημείων που βρίσκονται κατά μήκος των ακτών. Ένας τέτοιος αντίκτυπος έχει τεκμηριωθεί για παράδειγμα στις τοιχογραφίες της Δήλου (από τον Οίκο του Ερμή και τον Οίκο με τις Μάσκες) όπου η θερμοδυναμική αξιολόγηση, η εργαστηριακή ανάλυση και η περιβαλλοντική παρακολούθηση έχουν αποδείξει ότι ο ψεκασμός της θάλασσας έχει προκαλέσει σοβαρή ζημιά στα στρώματα βαφής, ειδικά σε συνδυασμός με άμεση ηλιακή ακτινοβολία.

Το καθολικό της Μονής Δαφνίου (c) ΥΠΠΟΑ
Η άνοδος της στάθμης της θάλασσας, που συχνά προκαλεί διάβρωση των ακτών και πλημμύρες, αποτελεί σοβαρή απειλή για πολλούς παράκτιους αρχαιολογικούς χώρους και μνημεία, όπως η Δήλος, όπου τμήματα των αρχαίων λιμενικών εγκαταστάσεων είναι εν μέρει βυθισμένα κάτω από τη θάλασσα, μια σταδιακή διαδικασία που αποδίδεται σε σε κάποιο βαθμό στις συνθήκες της κλιματικής αλλαγής. Οι αρχαιολογικοί χώροι Παλαμάρι στη Σκύρο και τη Βραυρώνα της Ανατολικής Αττικής φαίνεται επίσης να επηρεάζονται από την αύξηση της στάθμης της θάλασσας που μετατρέπει τον χώρο σε υγρότοπο, θέτοντας έτσι σε κίνδυνο τη σταθερότητα των μνημείων. Στην Κρήτη, η άνοδος της στάθμης της θάλασσας και τα έντονα κύματα απειλούν το θαλάσσιο φρούριο Κούλες στο Ηράκλειο.
Καταιγίδες, ξηρασίες και καταρρακτώδεις βροχές επηρεάζουν πολλούς αρχαιολογικούς χώρους στην Ελλάδα, με αυξανόμενα περιστατικά να καταγράφονται τα τελευταία χρόνια. Το Δίον στη Βόρεια Ελλάδα και τα Μάλια στην Κρήτη, για παράδειγμα, συνεχίζουν να πλημμυρίζουν κάθε χειμώνα τα τελευταία χρόνια λόγω των έντονων βροχοπτώσεων. Τα ακραία καιρικά φαινόμενα ενδέχεται επίσης να προκαλέσουν σοβαρές ζημιές έως και ανθρώπινα ατυχήματα όπως στην περίπτωση της Ακρόπολης Αθηνών, όπου πριν από δύο χρόνια κεραυνός χτύπησε το εκδοτήριο εισιτηρίων του χώρου, τραυματίζοντας τέσσερα άτομα.
Οι πτώσεις βράχων προκαλούνται συχνά από ορισμένα κλιματικά φαινόμενα. Η πίεση των πόρων αυξάνεται λόγω της διείσδυσης βροχοπτώσεων, της διάβρωσης και των τεκτονικών, που έχουν ως αποτέλεσμα την πτώση τεμαχίων πετρωμάτων. Στους Δελφούς, για παράδειγμα, οι πτώσεις βράχων αποδίδονται εν μέρει σε ξαφνικές αλλαγές στο φυσικό και φυσικό περιβάλλον που προκαλούνται από την κλιματική αλλαγή.