Νέα ευρήματα από το μεγάλο ιερό της αρχαιότητας στο Δεσποτικό Αντιπάρου

Το ιερό του Απόλλωνα στο Δεσποτικό, ήταν κατά τους ιστορικούς χρόνους, κορυφαίο ιερό των Κυκλάδων. Οι φετινές ανασκαφικές και αναστηλωτικές εργασίες είχαν ενδιαφέροντα αποτελέσματα.

Ένα από τα μεγαλύτερα ιερά των Κυκλάδων κατά την αρχαιότητα, ήταν το ιερό του Απόλλωνα στο Δεσποτικό Αντιπάρου. Η ακμή του  τοποθετείται στον 6ο αι. π.Χ. όταν και κτίζεται ο ναός και το τελετουργικό εστιατόριο με προσόψεις μαρμάρινες, με κιονοστοιχίες, όλες φτιαγμένες από το εξαιρετικό παριανό μάρμαρο, το λυχνίτη.

Ο επικεφαλής της ανασκαφής, αρχαιολόγος Γιάννος Κουράγιος, λέει στο Theartnewspaper.gr  πως οι έρευνες «ξεκίνησαν το 1997 και έχει έρθει στο φως μια εκτεταμένη εγκατάσταση και ένα από τα σημαντικότερα λατρευτικά κέντρα στο κεντρικό Αιγαίο. Τα πρωιμότερα δείγματα δραστηριότητας ανάγονται στην Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου, ενώ η περίοδος της ύψιστης ακμής τεκμηριώνεται περίπου στα μέσα του 6ου αι. π.Χ., όταν ιδρύεται το οριοθετημένο με περίβολο τέμενος του Απόλλωνα έκτασης 1600 τ.μ..

Κάποιοι συνάδελφοί μου  επιμένουν ότι υπήρχε οικισμός. Προσωπικά λέω πως τα μέχρι τώρα ανασκαφικά δεδομένα δεν μας δείχνουν κάτι τέτοιο. Μάλλον επρόκειτο για ιερό με πολλά βοηθητικά κτίρια. Ας σκεφτούμε πως όποιος ήθελε να πάει στη σημερινή Συρία, στην Αίγυπτο, στη Μακεδονία, θα έπρεπε να κάνει μια στάση διασχίζοντας τις Κυκλάδες, ώστε να κάνει ανεφοδιασμό. Πιστεύω πως το ιερό εκμεταλλευόταν την ιερότητα του χώρου, έδινε προμήθειες (έχουμε βρει πίθους με νερό, λάδι κ.α.) και εισέπραττε φόρους».

 

Δίκτυο υδροδότησης

Στη σύγχρονη εποχή το Δεσποτικό, που είναι ακατοίκητο, δεν έχει νερό. Κατά την αρχαιότητα όμως, είχε ένα εξαιρετικής κατασκευής υδροδοτικό σύστημα σύμφωνα με τον κ. Κουράγιο. Ενδεικτική του μεγέθους της εγκατάστασης ήταν η αποκάλυψη το 2020 ενός εκτενούς και πολύπλοκου συστήματος συλλογής και διαχείρισης υδάτων αποτελούμενου από δεξαμενές και κτιστό αγωγό, που εκτεινόταν στις υπώρειες του λόφου νότια του ιερού.

Στο σύστημα συλλογής και διαχείρισης υδάτων που αποτελείται από δεξαμενές και κτιστό αγωγό, επικεντρώθηκαν και φέτος οι ανασκαφικές εργασίες στη Μάντρα Δεσποτικού.

Η κατασκευή υδροδοτικού δικτύου έγινε για δημόσια παροχή νερού  σύμφωνα με τον κ. Κουράγιο.  Προφανώς υπήρξε και κρήνη, από την οποία έτρεχε το νερό, αλλά και πηγή, που εφοδίαζε το δίκτυο.  Από αυτό υδρευόταν το ιερό, το ιερατείο αλλά και οι επισκέπτες. Μέχρι τώρα δεν έχουν γίνει έρευνες κατά πόσο στη νησίδα υπάρχουν υπόγεια νερά. Αυτό θα γίνει προσεχώς, όταν ο χώρος θα διαθέτει ηλεκτρικό δίκτυο.

Οι φετινές ανασκαφικές εργασίες επικεντρώθηκαν στο σύστημα των δεξαμενών καθώς και στην περιοχή νότια του τεμένους, στο Ανατολικό Συγκρότημα και στο Κτίριο Π. Συγκεκριμένα, συνεχίστηκε η ανασκαφή της κεντρικής (Δεξαμενή 1), αλλά και της νοτιότερης κυκλικής δεξαμενής (Δεξαμενή 3). Με βάση τα σωζόμενα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα μπορούν να διακριθούν τουλάχιστον δύο αρχιτεκτονικές φάσεις της κεντρικής δεξαμενής κατά την αρχαιότητα.

Αρχικά, είχε ορθογώνια κάτοψη με εσωτερικές διαστάσεις 5,50 x 7 μ., βάθος περί τα 4 μ. και χωρητικότητα 154 κυβικά μέτρα. Ενώ πέρσι είχαν αποκαλυφθεί πλήρως μόνο ο νότιος και ανατολικός τοίχος, φέτος – μετά από ιδιαίτερα επίπονη και απαιτητική εργασία – αποκαλύφθηκαν σε όλο το μήκος και ύψος τους ο βόρειος και ο δυτικός τοίχος της αρχικής φάσης της. Όλοι οι τοίχοι είναι ιδιαίτερα ισχυροί με πλάτος 0,70-0,80 μ. Για την κατασκευή τους θα πρέπει να αξιοποιήθηκε το φυσικό ανάγλυφο και κάποια υπάρχουσα φυσική κοιλότητα.

Μετά την απομάκρυνση λίθων και χώματος που είχαν καταρρεύσει πάνω και μπροστά από το βόρειο και το δυτικό τοίχο ήρθε στο φως μία κατασκευή σχήματος Π, τμήμα της οποίας είχε αποκαλυφθεί το 2021 σε επαφή και κατά μήκος του βόρειου και ανατολικού τοίχου της δεξαμενής. Η βόρεια πλευρά της σώζεται σε ύψος 0,80 μ. και έχει πλάτος 0,60 μ. Αποτελείται από τρεις σειρές ορθογώνιων δόμων με επιμελημένες όψεις που μιμούνται ισοδομικό σύστημα τοιχοποιίας. Στο κατώτερο τμήμα τους σώζουν την επένδυση από κονίαμα. Ίδιας κατασκευής είναι και το ανατολικό και δυτικό τμήμα της που σώζονται σε μικρότερο μήκος.

 

Διήθηση και καθαρμός

Η άνω επιφάνεια των τριών πλευρών της κατασκευής αποτελείται από επίπεδες πλάκες, στοιχείο που πιθανόν παραπέμπει σε χρήση της κατασκευής ως θρανίου. Συνεχίστηκε η διερεύνηση του εσωτερικού της κυκλικής Δεξαμενή 3 που εντοπίστηκε το 2021. Λόγω του όγκου της επίχωσης, αποφασίστηκε να ανοιχθεί δοκιμαστική τομή πλάτους 0,50 μ. σε επαφή με το εσωτερικό της, ώστε να αποκαλυφθεί η εσωτερική όψη της τοιχοποιίας της. Σε απόσταση σχεδόν 1,5 μ. δυτικά από το νότιο άνοιγμα της και σε ελαφρώς υψηλότερο επίπεδο εντοπίστηκε τμήμα ορθογώνιου, αβαθούς κτίσματος που φαίνεται να διαιρείται σε δύο τμήματα (ανατολικό και δυτικό). Πρόκειται πιθανόν για μικρή δεξαμενή ή προλάκκιο, αλλά χρήζει περαιτέρω διερεύνησης. Ο ανασκαφέας πιθανολογεί πως χρησιμοποιούνταν για τη διήθηση και τον καθαρισμό του νερού πριν αυτό παροχετευθεί στη μεγάλη δεξαμενή.

Σημαντικό βάρος δόθηκε στην ανασκαφή της περιοχής νότια του ναόσχημου Κτιρίου Π. Το κτίριο χρονολογείται στα μέσα του 6ου αι. π.Χ. και λόγω κάτοψης και ευρημάτων μπορεί να συνδεθεί με λατρευτικές πρακτικές. Νότια του κτιρίου έχει αποκαλυφθεί τμήμα πλακόστρωτου υπαίθριου χώρου, τα όρια του οποίου δεν ήταν σαφή. Φέτος ήρθε στο φως ο περίβολος που όριζε τον χώρο αυτό από ανατολικά, και τμήμα του τοίχου που τον όριζε από νότο. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσίασε η διαδοχή των φάσεων χρήσης του χώρου και τα ευρήματα από αυτόν.

Η ανασκαφή έχει ως σήμερα αποκαλύψει 88 θραύσματα μαρμάρινων κούρων και 40 μαρμάρινες βάσεις αγαλμάτων διαφορετικών τύπων που αποτελούν και τα εντυπωσιακότερα αναθήματα στο ιερό συνιστώντας το μεγαλύτερο γνωστό σήμερα σύνολο στις Κυκλάδες. Εκτός τεμένους αναπτύσσεται μία μεγάλη εγκατάσταση με κτίρια και κτιριακά συγκροτήματα ποικίλης χρήσης (κατοικίες, εστιατόρια, αποθήκες, χώροι φύλαξης ζώων κ.ά.).

Η ανασκαφή διεξήχθη υπό τη διεύθυνση του Γ. Κουράγιου (Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων) και τη συνεργασία των αρχαιολόγων Ίλιας Νταϊφά και Αλεξάνδρας Αλεξανδρίδου (Επικ. καθηγ. Πανεπιστημίου Ιωαννίνων). Συμμετείχαν επίσης οι Χριστίνα Κωνσταντακοπούλου (ΕΙΕ, Birkbeck College), Caspar Meyer (Bard Graduate Center), Erica Angliker (ICS London) και Luigi Lafasciano, μεταπτυχιακοί φοιτητές και απόφοιτοι από το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων (Λουίζα Πανοπούλου, Ιγνάτιος Ασσάτωφ, Μάτα Σαμιώτη, Αναστασία Μαλλικοπουλου, Δέσποινα Καπετανίδου, Χριστίνα Γιαμούζη) και το Bard Graduate Center (New York), καθώς και προπτυχιακοί φοιτητές από το College Year in Athens, το Birkbeck College του Λονδίνου και το Πανεπιστήμιο του Sao Paolo (Βραζιλία).

Μετά την ολοκλήρωση της αναστήλωσης του αρχαϊκού ναού και εστιατορίου του τεμένους, και στο πλαίσιο της ανάγκης προστασίας και αποκατάστασης εν γένει του αρχαϊκού τεμένους του ιερού εκπονήθηκε και η μελέτη αποκατάστασης του Κτιρίου Δ, του τρίτου καλύτερα σωζόμενου οικοδομήματος στο ιερό, μετά το ναό και το εστιατόριο που δεσπόζει στη ΒΑ γωνία του τεμένους και ήταν άρρηκτα συνδεμένο με τις λατρευτικές πρακτικές.

Τόσο οι ανασκαφικές όσο και οι αναστηλωτικές εργασίες πραγματοποιήθηκαν με τη στήριξη των: ΑΙΓΕΑΣ ΑΜΚΕ (Αθανάσιος & Μαρίνα Μαρτίνου), Ίδρυμα Π&Α Κανελλοπούλου, Ίδρυμα Α.Γ. Λεβέντη, ΔΙΚΕΜΕΣ (C.Y.A), Ίδρυμα Ι. Λάτση, Μarion Stassinopoulos, Σύλλογος «Οι Φίλοι της Πάρου» και πολλών ιδιωτών φίλων της ανασκαφής.

Όνειρο του Γιάννου Κουράγιου είναι να γίνει το Δεσποτικό επισκέψιμος, οργανωμένος αρχαιολογικός χώρος. Κάτι που ελπίζει ότι θα συμβεί το 2023.

TAGS