Πατησίων 51 και Αβέρωφ, απέναντι από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και το Αρχαιολογικό Μουσείο βρίσκεται ένα από τα ωραιότερα κτίρια της Αθήνας. Το πολύπαθο «Ακροπόλ Παλάς» οικοδομήθηκε μεταξύ 1926-1928 και όπως αναφέρει στην Art Newspaper Greece η Ειρήνη Γρατσία, αρχαιολόγος και συντονίστρια της Monumenta, «πρόκειται για ένα εξαιρετικό δείγμα της τεχνοτροπίας art nouveau, έργο του αρχιτέκτονα Σωτηρίου Μαγιάση. Ήταν σημείο αναφοράς της κοσμικής Αθήνας. Οι σχεδιαστικές του ικανότητες φανερώνονται πολύ ωραία στο πολυώροφο κτίριο, ενώ το 1991 χαρακτηρίστηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού ως έργο τέχνης».
Από την ταράτσα του Ακροπόλ έχουν τραβηχτεί τα ιστορικά πλάνα της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, συμπεριλαμβανομένης της εισβολής του άρματος μάχης. Με 107 δωμάτια και 173 κλίνες, συνολικό εμβαδόν – μαζί με τα υπόγεια – 6.600 τμ., το ξενοδοχείο ανήκε στην κατηγορία «πολυτελείας» και φιλοξένησε πολλές προσωπικότητες και κοινωνικές εκδηλώσεις της εποχής.
Σύντομο ιστορικό του κτιρίου
Το 1920 οι αδελφοί Καραδόντη αγοράζουν το οικόπεδο ιδιοκτησίας Ιωάννη Μπόταση. Το 1931 ιδρύεται η «Α.Ε. Ξενοδοχειακών Επιχειρήσεων Καραδόντης ΑΚΡΟΠΟΛ ΠΑΛΛΑΣ».
Το 1926-1928 χτίζεται το κτίριο και ξεκινάει τη λειτουργία του ως ξενοδοχείο. Μάλιστα κατατάσσεται στην κατηγορία των ευρωπαϊκών grand hotels.
Το διάστημα ‘52 – ‘54 γίνεται ανακαίνιση στο εσωτερικό του και λίγα χρόνια αργότερα, το ‘58 – ‘59 γίνονται εσωτερικές διαρρυθμίσεις και ανακαινίσεις για να κρατηθεί στην κατηγορία πολυτελείας. Το 1966 επανακατασκευάζονται 60 δωμάτια.
Στον σεισμό του 1981 υπέστη σοβαρές ζημιές, αλλά, ακόμα χειρότερα, το 1989 αγοράστηκε από αυστριακή εταιρεία, η οποία ήθελε να ανακαινίσει το κτίριο χτίζοντας ψευδοροφές, αλλοιώνοντας τα αρχιτεκτονικά του χαρακτηριστικά. Το σχέδιο αυτό δεν προχώρησε και οι Αυστριακοί το πούλησαν σε μια κοινοπραξία. Το 1989 έπαψε να λειτουργεί ως ξενοδοχείο.
Το 1991, κατόπιν γνωμοδότησης του Κεντρικού Συμβουλίου Νεωτέρων Μνημείων, το υπουργείο Πολιτισμού χαρακτηρίζει το κτίριο «εξαιρετικό έργο τέχνης», δείγμα ρυθμολογίας art nouveau στον ευρωπαϊκό χώρο.
Το ’97 αποφασίζει το ΥΠ.ΠΟ. να το εξαγοράσει από την κοινοπραξία «ΑΕΞΕ Ακροπόλ – ΑΛΤΕΚ ΑΕ», μέρος της οποίας («ΑΕ Ξενοδοχειακών Επιχειρήσεων Ακροπόλ ») ανήκε στον Γ. Μπατατούδη, τότε πρόεδρο του ΠΑΟΚ.
Το 1999 πραγματοποιείται η αγορά του κτίσματος από το Ελληνικό Δημόσιο. Το τίμημα ήταν περίπου 4,58 δισ. δραχμές, από τα οποία το ΥΠΠΟ πλήρωσε ως πρώτη δόση τα 1,8 δισ. Στη συνέχεια, το Ελληνικό Δημόσιο επιστρέφει το ακίνητο στην εταιρεία που είχε αναλάβει την αποκατάστασή του με βάση τις συμφωνηθείσες μελέτες. Σύμφωνα με το συμβόλαιο, η κοινοπραξία θα αναλάμβανε την αποκατάσταση του κτιρίου για να το παραδώσει έτοιμο μετά από 22 μήνες.
Το 2000, όμως, το Υπουργείο Πολιτισμού καταγγέλλει τη σύμβαση, διότι οι όροι που είχαν προβλεφθεί στη μελέτη δεν τηρήθηκαν. Από τότε ξεκίνησε μια δικαστική «Οδύσσεια», η οποία καταλήγει το 2003 να δίνει το ακίνητο στο Ελληνικό Δημόσιο και τη διαχείριση στη Διεύθυνση Αναστήλωση Νεωτέρων και Σύγχρονων Μνημείων.
Το 2006 το ΥΠΠΟ αποφάσισε την αξιοποίηση του «Ακροπόλ» και δύο χρόνια αργότερα εγκρίθηκε η μελέτη προκειμένου να στεγαστούν στο κτίριο πολιτιστικές υποδομές του υπουργείου.
Το 2009 και το 2012 εκδηλώθηκαν δύο πυρκαγιές στο κτίριο προκαλώντας εκτεταμένες ζημιές.
Στη συνέχεια εντάχθηκε στο ΕΣΠΑ (2007 – 2013) με αρχικό προϋπολογισμό 14 εκατ. ευρώ. και οι εργασίες αποκατάστασής του ξεκίνησαν τον Ιούλιο 2013 από την εταιρεία ΕΤΒΟ Α.Τ.Ε. Το 2016 το έργο παραδόθηκε από την ανάδοχο εταιρεία έχοντας ολοκληρώσει κατά το μεγαλύτερο μέρος τις οικοδομικές και ηλεκτρομηχανολογικές εργασίες.
Σύμφωνα με την τότε γενική γραμματέα του υπουργείου Λίνα Μενδώνη το ακίνητο αναμενόταν να δοθεί προς χρήση ως τον Οκτώβριο του 2015.
Το 2014 το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων αποφάσισε αντί για τη στέγαση διοικητικών υπηρεσιών φορέων του υπουργείου Πολιτισμού, το κτίριο να φιλοξενεί μόνιμες και περιοδικές εκθέσεις, δράσεις σύγχρονου πολιτισμού, ψηφιακή βιβλιοθήκη, πωλητήριο του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και εστιατόριο με θέα την Αθήνα.
Το 2016 ξεκίνησε η δεύτερη φάση της αποκατάστασης του κτιρίου με τίτλο «Αποπεράτωση του κτιρίου Acropole Palace επί των οδών Πατησίων, Αβέρωφ και Μάρνη» ιδιοκτησίας ΥΠ.ΠΟ.Α. Η σύμβαση κατασκευής έγινε με την νέα ανάδοχο εταιρεία Restore A.T.E. και το έργο χρηματοδοτήθηκε από τις πιστώσεις του τακτικού προϋπολογισμού εξόδων του ΥΠΠΟΑ με προϋπολογισμό 1.012.089 ευρώ. Οι εργασίες αποκατάστασης ολοκληρώθηκαν το 2018.
Tο 2018 η τότε υπουργός Πολιτισμού Μυρσίνη Ζορμπά πρότεινε νομοσχέδιο που έγινε δεκτό για τη δημιουργία του νέου φορέα «Κέντρο Πολιτισμού και Δημιουργίας ΑΚΡΟΠΟΛ». Στόχος ήταν να γίνει ένας «κόμβος πολιτισμικής δραστηριότητας», με «εκθέσεις, παραστάσεις, μουσική, βιβλίο και κάθε μορφή σύγχρονης τέχνης και δημιουργίας».
Τον Ιούλιο του 2020 εισήχθη προς ψήφιση νέο νομοσχέδιο για το Ακροπόλ. Στόχος του τωρινού ΥΠΠΟΑ, της υπ. Λίνας Μενδώνη και του υφ. Νικόλα Γιατρομανωλάκη, είναι η δημιουργία ενός ευέλικτου, πρότυπου σύγχρονου φορέα που θα «παρέχει εργαλεία και τεχνογνωσία για την εξεύρεση πόρων και την αξιοποίηση ευκαιριών διεθνώς», θα καλλιεργεί «δεξιότητες στα μέλη του πολιτιστικού και δημιουργικού κλάδου και θα αναδεικνύει νέα στελέχη στο πεδίο του πολιτισμού και της πολιτιστικής διαχείρισης».
Επίσης, το Ακροπόλ Παλάς αλλάζει όνομα και παραδίδεται για τα επόμενα 99 χρόνια στον φορέα «Acropole Across». Εποπτεύεται από το υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, έχει «διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια και λειτουργεί χάριν του δημοσίου συμφέροντος κατά τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας».
Η επόμενη μέρα του Ακροπόλ
Σύμφωνα με την αρχαιολόγο Ειρήνη Γρατσία, «η αποκατάστασή του ανέδειξε το αρχιτεκτονικό αυτό στολίδι που δυστυχώς για πολλά χρόνια ήταν εγκαταλειμμένο. Η επανάχρησή του θα δώσει μια νέα ζωή στο κτήριο. Η σωστή χρήση προστατεύει τα κτήρια και τα εντάσσει στη ζωή της πόλης. Θεωρώ ότι ο νέος φορέας ταιριάζει στο κτήριο και σε συνδυασμό με το Αρχαιολογικό Μουσείο και το ΕΜΠ θα συμβάλλει στην ανάδειξη της περιοχής και στη μετατροπή της σε έναν πολιτιστικό, εκπαιδευτικό πόλο. Κοντά στο Ακροπόλ βρίσκονται και άλλα αξιόλογα κτήρια του εκλεκτικισμού και όλα μαζί αποτελούν έναν ωραίο προορισμό για να γνωρίσει κάποιος πώς ήταν η Αθήνα τη δεκαετία του 1920».
Από την πλευρά του ο Στέλιος Λεκάκης, αρχαιολόγος και σύμβουλος διαχείρισης πολιτιστικής κληρονομιάς ανέφερε στην Art Newspaper Greece πως τουλάχιστον οι τρεις τελευταίες ηγεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού κλήθηκαν να απαντήσουν το κρίσιμο ερώτημα του πώς αξιοποιείται ένα κακοπαθημένο, ιστορικό κτίριο, κηρυγμένο μνημείο στο κέντρο της Αθήνας. Όπως σημειώνει «η πρώτη ίσως συγκροτημένη απάντηση έρχεται το 2019, με το «Acropol Creative Hub», Κέντρο Σύγχρονης Δημιουργίας «Ακροπόλ», που ευαγγελίζονταν έναν ανοιχτό κόμβο στήριξης της (ανεξάρτητης και νεανικής) καλλιτεχνικής δραστηριότητας με ανοιχτές πρόβες, εκθέσεις, σεμινάρια, συμμετοχικές συναντήσεις και Φεστιβάλ αλλά και φιλοξενία γραφείων υποστήριξης φορέων σύγχρονου πολιτισμού και δημιουργικής οικονομίας».
Στη συνέχεια, όπως αναφέρει, «μεσολαβούν οι εκλογές του Ιουλίου, αλλαγή διοίκησης του ΥΠΠΟΑ, και σύντομα κατατίθεται ένα σχέδιο νόμου που αντικαθιστά το παραπάνω -μάλλον ελευθεριακό αλλά και αδειγμάτιστο από τη δημόσια πολιτιστική πολιτική- πρόγραμμα, με τη δημιουργία του «Ακροπόλ Ακρός»: Ενός Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου με στοχοθεσία αντίστοιχη ενός καλού μεταπτυχιακού προγράμματος σπουδών στην πολιτιστική διαχείριση, ίσως κάπως παραφουσκωμένου με: παροχή εργαλείων για εξεύρεση πόρων και αξιοποίηση ευκαιριών στον πολιτισμό, καλλιέργεια δεξιοτήτων δημιουργικού κλάδου, ανάδειξη νέων στελεχών στο πεδίο της πολιτιστικής διαχείρισης, δημιουργία εύρωστων δομών παραγωγής καλλιτεχνικού έργου υψηλής ποιότητας, διάχυση και προώθηση καλλιτεχνικής παραγωγής εντός και εκτός χώρας».
Ο Σ. Λεκάκης κάνει λόγο για μια «αμήχανη απόσταση των δύο σχεδίων» που όμως «έχουν και κοινά». Και συνεχίζει «το βασικό ίσως αφορά στις εμπορικές χρήσεις που προβλέπονται στο κτίριο, δηλαδή τα καφέ, εστιατόρια και το πωλητήριο του ΤΑΠ που θα φιλοξενεί. Σαν η εμπορική εκμετάλλευση να είναι τελικά η εύκολη κοινή συνισταμένη για τον πολιτισμό. Αδόκιμη ρήση μάλλον, αλλά αν τελοσπάντων συμφωνούμε σε αυτό, γιατί δεν το κάνουμε σωστά και να ξαναλειτουργήσουμε το Ακροπόλ ως ξενοδοχείο;»
Και καταλήγει: «Πέρα από το πολιτικό όραμα και τις προθέσεις για τέτοια μνημεία αρχιτεκτονικής στο κέντρο της πόλης, νομίζω ότι το έτερο κοινό στοιχείο και αυτό που λανθάνει και στις δύο περιπτώσεις είναι η άποψη των ενδιαφερομένων κοινοτήτων για το κτίριο, τοπικών και απομακρυσμένων. Οι κάτοικοι/εργαζόμενοι του κέντρου, οι καλλιτέχνες, οι εργαζόμενοι στους παρακείμενους φορείς πολιτισμού και παιδείας σίγουρα θα είχαν να συνεισφέρουν πολλά στη συζήτηση και στη διαμόρφωση ενός οράματος συλλογικού, εφαρμόσιμου και μάλλον περισσότερο χρήσιμου και κοινωνικού, από κάποιες γενικόλογες διατυπώσεις περί πολιτιστικής διαχείρισης και δημιουργικής οικονομίας. Δεν είμαι σίγουρος αν είναι πάλι το «μοντέλο του αρχιτέκτονα» στην πολιτιστική πολιτική, αυτό που υπαγορεύει ότι ένας κομβικός φορέας -το Υπουργείο- ρυθμίζει και χρηματοδοτεί τον πολιτισμό χωρίς ουσιώδη διαβούλευση ή η απουσία οποιασδήποτε στρατηγικής για τον πολιτισμό, στοιχείο συχνά απαντώμενο στα ελληνικά πράγματα, πάντως το αποτέλεσμα παραμένει ακόμα και σήμερα: Ένα αποκατεστημένο κτίριο στο κέντρο της Αθήνας, προορισμένο για τον πολιτισμό, κλειστό για όλους και αντίπερα της κοινωνίας».
Μ. Ζορμπά: Η καλλιτεχνική έκφραση δίνει τη θέση της στο μάρκετινγκ

Μυρσίνη Ζορμπά (C) ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ & ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ
Η Art Newspaper Greece μίλησε με την τέως υπουργό Πολιτισμού Μυρσίνη Ζορμπά σχετικά με το τελευταίο σχέδιο αξιοποίησης του Ακροπόλ. Όπως μας εξήγησε, «η μοναδικότητα του χώρου συμπληρώνεται από το γεγονός ότι πρόκειται για το πιο εμβληματικό εγχείρημα των τελευταίων χρόνων εκ μέρους της πολιτείας για τις τέχνες και τον σύγχρονο πολιτισμό, μέσα από τη συνάντηση και το διάλογο του καλλιτεχνικού κόσμου με την πόλη, την περιφέρεια και τον έξω κόσμο».
Η πρώην υπουργός, η οποία είχε φέρει στη Βουλή το ν/σ της προηγούμενης κυβέρνησης για το Ακροπόλ, τονίζει πως η διαφορά των δύο προτάσεων εντοπίζεται στην επιδίωξη του ΥΠΠΟΑ να δημιουργήσει «μια “δεξαμενή καλλιτεχνών” υπό τον έλεγχο κρατικών μάνατζερ. Το όραμα για καλλιτεχνική έκφραση και δημιουργία έδωσε τη θέση του σε ένα μηχανισμό διαχείρισης και μάρκετινγκ».
«Το Ακροπόλ ήταν ιδεώδες, σε γειτνίαση με τις πιο ζωντανές και πολυπολιτισμικές γειτονιές της πόλης, όπως τα Εξάρχεια, η Κυψέλη, η πλατεία Βικτωρίας. Ο θεσμός θα λειτουργούσε ως κόμβος ενός δικτύου επικοινωνίας και συνεργασιών σε συνδυασμό με τον σχεδιασμό καινοτόμων θεσμών περιφερειακής πολιτισμικής οργάνωσης για τον σύγχρονο πολιτισμό στην επικράτεια, ώστε να επιδράσει καταλυτικά στον χάρτη του σύγχρονου πολιτισμού και της δημιουργικότητας στη χώρα», αναφέρει και προσθέτει ότι «η νέα ηγεσία του υπουργείου Πολιτισμού άλλαξε ριζικά αυτόν το σχεδιασμό, αφαιρώντας κάθε οραματικό στοιχείο, προκειμένου να απαλλαγεί από τους σημαντικούς κρίκους που συνέδεαν τον οργανισμό και τον χώρο με το ανεξάρτητο καλλιτεχνικό πεδίο και την περιφερειακή πολιτική σύγχρονου πολιτισμού».
«Δυστυχώς το νομοσχέδιο που ψηφίστηκε το 2020 κατατείνει στην εργαλειοποίηση και όχι τη στήριξη του χώρου της ανεξάρτητης καλλιτεχνικής δημιουργίας, στερώντας του τη δημόσια στήριξη και ανάπτυξη και εισάγοντας ως μοναδικό σκεπτικό τη γραφειοκρατική στενή μανατζερίστικη στενή λογική. Αυτό που προδιαγράφεται είναι η μανιώδης προσπάθεια μιας ομάδας αυτοσχέδιων κρατικοδίαιτων μάνατζερ υπό τη σκέπη του υπουργείου να εκπαιδεύσουν τους καλλιτέχνες ώστε να μεταλλαχθούν σε entrepreneurs και startuppers, να μετατρέψουν την καλλιτεχνική πρακτική σε επιχείρηση με έναν καταιγισμό ακριβοπληρωμένων επιμορφώσεων στρεβλής ημιμάθειας. Αγνοώντας τους επιμελητές και τους πολιτιστικούς διαχειριστές, αγνοώντας τα περισσότερα από δέκα μεταπτυχιακά τμήματα Πολιτιστικής Διαχείρισης που λειτουργούν στη χώρα και τους μερικές εκατοντάδες νέους και νέες που έχουν σπουδάσει στο εξωτερικό και δρουν στο πεδίο, ξαναγυρίζουν στην άποψη «όλα σε ένα» προκειμένου να σχεδιάσουν ένα σύστημα-οργανισμό παντογνώστη-εκπαιδευτή των καλλιτεχνών».
Σύμφωνα με την Μυρσίνη Ζορμπά, «σήμερα με την ύφεση και τα προβλήματα που μαστίζουν το καλλιτεχνικό και πολιτιστικό πεδίο είναι απαραίτητη η δημιουργία ενός χώρου καλλιτεχνικών δραστηριοτήτων που θα επιχειρεί να αποτελέσει το ενδιάμεσο πεδίο συνεχούς συνδιαμόρφωσης και διαλόγου μεταξύ της δημόσιας πολιτικής και της σύγχρονης ανεξάρτητης παραγωγής. Αυτόν τον ρόλο πρέπει να παίξει το Ακροπόλ. Κάθε παρένδυση αυτής της πραγματικής και κρίσιμης ανάγκης θα είναι καταστροφική. Είναι κρίσιμη η συνομιλία ανάμεσα σε όλες τις τέχνες, η συνομιλία με τα πιο διαφορετικά κοινά και, κυρίως, τα νεανικά. Χρειαζόμαστε έναν χώρο όχι κλειστό, στεγανό, που θα στεγάζει ένα καλλιτεχνικό διευθυντήριο αλλά ένα χώρο διεργασιών και παραγωγής ιδεών και τέχνης, επικοινωνίας, έρευνας, πληροφόρησης».
«Ένα χρόνο μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου, ο οργανισμός παραμένει αδρανής και ακέφαλο, χωρίς ΔΣ και διευθυντή, ενώ η ανησυχία για την εργαλειακή και διαχειριστική χειραγώγηση που του επιφυλάσσεται έχει γιγαντωθεί. Κάτω από τις συνθήκες της πανδημίας, το Ακροπόλ θα έπρεπε να αποκτήσει οργανική οντότητα και να έχει προ πολλού ξεκινήσει να σχεδιάζει δράσεις, προγράμματα και συνεργασίες για την μετα-covid απαιτητική εποχή. Αντί γι’ αυτό βασίλεψε η πολιτική αδράνεια», καταλήγει η Μ. Ζορμπά.
Ν. Γιατρομανωλάκης: Στόχος μας να βιοπορίζονται οι επαγγελματίες του πολιτισμού από την τέχνη τους

Νικόλας Γιατρομανωλάκης, Υφυπουργός Σύγχρονου Πολιτισμού.
Η Art Newspaper Greece επικοινώνησε με τον Υφυπουργό Πολιτισμού και Αθλητισμού, αρμόδιο για θέματα σύγχρονου πολιτισμού, Νικόλα Γιατρομανωλάκη σχετικά με την πορεία του Ακροπόλ. Ο υφυπουργός ανέφερε πως «σε πρακτικό επίπεδο, αρχές Ιουλίου εκδόθηκε η πρόσκληση οργάνωσης και πιλοτικής λειτουργίας του Ακροπόλ Ακρός στο ΕΣΠΑ 2014-2020 και εκκίνησε η διαδικασία για τον προσδιορισμό των επιμέρους στοιχείων που απαιτούνται ώστε να υποβληθεί ο φάκελος στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Ανταγωνιστικότητα – Επιχειρηματικότητα – Καινοτομία» 2014-2020, κάτι απαραίτητο για τον εξοπλισμό του κτηρίου και τη διασφάλιση των απαιτούμενων πόρων για τα πρώτα χρόνια λειτουργίας του φορέα. Παράλληλα, εξελίσσεται και η διαδικασία επιλογής του Διοικητικού Συμβουλίου και του Διευθυντή από την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού.
Επιπλέον, το Acropole θα αποτελέσει και φορέα υλοποίησης ορισμένων προγραμμάτων και έργων που έχουν προβλεφθεί στο Ταμείο Ανάκαμψης για τον σύγχρονο πολιτισμό. Υπενθυμίζουμε ότι έχουμε εξασφαλίσει €250 εκατ. για αυτές τις δράσεις.
Έτσι, μεταξύ άλλων, το Acropole Across θα αποτελέσει όχημα για τη διοχέτευση πόρων και την παροχή δυνατοτήτων ανάπτυξης και ενίσχυσης δεξιοτήτων στον κλάδο του πολιτισμού, αφού θα αποτελέσει το συνδετικό κρίκο με αναγνωρισμένους οργανισμούς και την ακαδημαϊκή κοινότητα, προσφέροντας εξειδικευμένα, ειδικά σχεδιασμένα προγράμματα για τους επαγγελματίες του κλάδου, τόσο μέσω διαδικτύου, όσο και δια ζώσης, όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν».
Αναφορικά με τους φόβους παράδοσης της τέχνης σε ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, ο Ν. Γιατρομανωλάκης υπογράμμισε πως «ο σχεδιασμός για το Ακροπόλ είχε ξεκινήσει πριν το ξέσπασμα της πανδημίας, όμως τα σημερινά δεδομένα και τα χρόνια ζητήματα που αναδύθηκαν στον πολιτιστικό και δημιουργικό κλάδο κατά τη διάρκεια αυτής της υγειονομικής κρίσης, επιβεβαίωσαν ότι ο προσανατολισμός που έχουμε δώσει στον φορέα είναι ο σωστός και αναγκαίος.
Το Ακροπόλ, έρχεται να ανταποκριθεί σε μία ανάγκη που καταγράφεται σε έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο και οι οποίες καταδεικνύουν πως οι επαγγελματίες του πολιτισμού και του δημιουργικού κλάδου επιζητούν την ενίσχυση δεξιοτήτων που θα τους επιτρέψουν να αξιοποιήσουν περαιτέρω τη δημιουργικότητα και το ταλέντο τους και να αυξήσουν σημαντικά τις δυνατότητες βιοπορισμού τους από την τέχνη τους. Η πανδημία ανέδειξε, διεθνώς, με εμφατικό τρόπο την ανάγκη θωράκισης του κλάδου και των επαγγελματιών του, και το Ακροπόλ θα διαδραματίσει ουσιαστικό ρόλο προς αυτή τη κατεύθυνση.
Η υιοθέτηση σύγχρονων μοντέλων πολιτιστικής διακυβέρνησης, η χάραξη πολιτιστικών αναπτυξιακών στρατηγικών, η αξιοποίηση ψηφιακών εργαλείων, αλλά και βασικές οικονομικές και διοικητικές δεξιότητες, η διαχείριση ανθρώπινου δυναμικού κ.λπ., θα συμβάλουν καθοριστικά στην ανθεκτικότητα και στην ανάπτυξη του κλάδου και των επαγγελματιών του. Επιπλέον το Ακροπόλ θα λειτουργήσει και ως φορέας δικτύωσης, αλλά ακόμα και εξεύρεσης εναλλακτικών πηγών χρηματοδότησης. Όλα αυτά είναι στοιχεία που στοχεύουν στην ενδυνάμωση του κλάδου, και δεν έχουν καμία σχέση με την περιορισμένη κριτική που ασκήθηκε».
Σε ερώτηση σχετικά με τα σενάρια ενοποίησης του Ακροπόλ με το Μουσείο και το Πολυτεχνείο δήλωσε πως «τo Ακροπόλ είναι ένας αυτοτελής φορέας, ο οποίος σε συνδυασμό με το Μουσείο και άλλους φορείς στην περιοχή θα αναπτύξει συνέργειες και έναν νέο πολιτιστικό προορισμό στη συγκεκριμένη περιοχή».
Τέλος, για την νέα ονομασία του Ακροπόλ από «Παλάς» σε «Ακρος», ο υφυπουργός σημείωσε πως «Acropole Palace ήταν το όνομα του ιστορικού ξενοδοχείου. Αναγνωρίζοντας πως αποτελεί και ένα τοπόσημο, διατηρήσαμε το πρώτο συνθετικό του ονόματος και προσθέσαμε το Across, δηλαδή αυτό που διασχίζει, θέλοντας να σηματοδοτήσουμε το χαρακτήρα του νέου φορέα: πώς διατρέχει και συνδέει διαφορετικούς τομείς του πολιτισμού, πώς αποτελεί ένα σημείο συνάντησης του πολιτισμού με την τεχνολογία και την καινοτομία, αλλά και ένα σημείο μετάβασης για τους επαγγελματίες του δημιουργικού και πολιτιστικού τομέα, μία γέφυρα των καλλιτεχνών με την εγχώρια και διεθνή αγορά. Επιπλέον, λειτουργεί και ως γεωγραφικός προσδιορισμός, καθώς είναι απέναντι (across from) από το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο».